Ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες στο μπάσκετ έχουν φορέσει την φανέλα και των δύο πολλοί παίκτες, αλλά και τους δύο έχουν προπονήσει αρκετοί προπονητές!!!
Η Αθλητική Γνώμη σας θυμίζει ποιοι παίκτες και προπονητές πέρασαν και από τις δύο ομάδες, με αφορμή το αυριανό ντέρμπι στις 17:45 στο "PAOK Sports Arena" για την 14η αγωνιστική της Α1 μπάσκετ, ματς μεγάλης σημασίας και για τους δύο που κινδυνεύουν με υποβιβασμό στην Α2.
Οι παίκτες
Βαγγέλης Αλεξανδρής
Αγωνίστηκε στην Αναγέννηση Θεσσαλονίκης, στον Άρη (1971-1980) και στον ΠΑΟΚ. Αναδείχθηκε πρωταθλητής Ελλάδος το 1979 με τον Άρη. Κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος με τον ΠΑΟΚ το 1984.
Με την Εθνική Εφήβων κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ Εφήβων το 1970 και με την Εθνική Ανδρών συμμετείχε στο Ευρωμπάσκετ 1983.
Μάνθος Κατσούλης
Ξεκίνησε την καριέρα του από τον ΚΑΟΔ. Αγωνίστηκε για 14 χρόνια στον ΠΑΟΚ από το 1974 έως το 1988 έχοντας ηγετικό ρόλο. Το 1984 κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος σε ένα από τους πιο ιστορικούς τελικούς κυπέλλου απέναντι στον Άρη.
Το 1988 αποκτήθηκε από τον Άρη και κατέκτησε 2 πρωταθλήματα Ελλάδας (1989, 1990), 2 κύπελλα Ελλάδας και συμμετείχε σε 2 φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (Μόναχο,Σαραγόσα ).
Το 1991 αγωνίζεται με τον Ηρακλή και το 1993 στο Μακεδονικό.
Μέμος Ιωάννου
Αγωνιζόταν στη θέση του σούτιγκ γκαρντ και πέρασε με επιτυχία από τις ομάδες Παναθηναϊκός, ΠΑΟΚ, Άρης, Παπάγου.
Με τον Παναθηναϊκό κέρδισε 6 πρωταθλήματα το 1975, 1977, 1980, 1981, 1982, 1984. Έχει κερδίσει ακόμα 4 κύπελλα με τον ΠΑΟ (1979, 1982, 1983, 1986) ενώ έχει αγωνιστεί σε χαμένους τελικούς κυπέλλου με τον ΠΑΟ το 1985, τον ΠΑΟΚ το 1991 και τον Άρη το 1993. Το 1991 κατέκτησε με τον ΠΑΟΚ το Κυπέλλο Κυπελλούχων της Ευρώπης στη Γενεύη και 1993 κατέκτησε με τον Άρη το κύπελλο Ευρώπης στο Τορίνο.
Νίκος Φιλίππου
Ήταν ένας από τους βασικούς αθλητές της «δυναστείας» του Άρη στην Ελλάδα, αλλά και των τριών φάιναλ φορ στην Ευρώπη (1988, 1989, 1990). Με τον Άρη κέρδισε το πρωτάθλημα το 1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991 και το κύπελλο το 1985, 1987, 1988, 1989, 1990. Στη συνέχεια αγωνίστηκε στον ΠΑΟΚ, με τον οποίο κέρδισε το πρωτάθλημα του 1992 ενώ συμμετείχε στο φάιναλ φορ της Αθήνας το 1993.
Γιώργος Μασλαρινός
Έχει αγωνιστεί στις ομάδες του Άρη Θεσσαλονίκης, Β.Α.Ο., Φορλί, ΠΑΟΚ, Μαρούσι, Παναθηναϊκός, Πανελλήνιος.
Το 1999 κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος με τον ΠΑΟΚ Το 2001 κατέκτησε με το Μαρούσι το Κύπελλο Σαπόρτα στη Βαρσοβία. Τη σεζόν 2001-2002 έφτασε με το Μαρούσι στα ημιτελικά του Κυπέλλου Κόρατς, ενώ στην Ελλάδα αγωνίστηκε στον τελικό του Κυπέλλου.
Το 2004 αναδείχθηκε πρωταθλητής Ελλάδας αγωνιζόμενος στον Παναθηναϊκό.
Νάσος Γαλακτερός
Ξεκίνησε την καριέρα του από τον Αμύντα και γρήγορα επισημάνθηκε ως ένα από τα ανερχόμενα ταλέντα του ελληνικού μπάσκετ. Αποκτήθηκε από την ΑΕΚ, με την οποία έγινε γνωστός και αγαπήθηκε από τους φίλους της ομάδας. Ήταν φιναλίστ Κυπέλλου Ελλάδος το 1992. Η μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ το 1993 προκάλεσε διαμαρτυρίες από μερίδα των οπαδών.
Τη σεζόν 1993-1994 αγωνίζεται στον ΠΑΟΚ και κατακτά το Κύπελλο Κόρατς μέσα στην Τεργέστη, σε μια από τις καλύτερες εμφανίσεις της ομάδας. Το 1995 κατακτά το Κύπελλο Ελλάδος και πάλι με τον ΠΑΟΚ.
Την επόμενη χρονιά μετακομίζει στον Πειραιά και τον Ολυμπιακό με τον οποίο κατακτά 2 πρωταθλήματα (1996, 1997), 1 κύπελλο (1997) αλλά και την Ευρωλίγκα το 1997. Αυτά, σε συνδυασμό με τα άλλα 2 τρόπαια που κατέκτησε την ίδια χρονιά τον έκαναν κάτοχο του τριπλ κράουν.
Στη συνέχεια αποκτήθηκε από τον Άρη με τον οποίο και κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος το 1998.
Ντίνος Αγγελίδης
Ο Ντίνος Αγγελίδης γεννήθηκε στη Βιέννη στις 5 Απριλίου 1969. Η οικογένειά του ματακόμισε σύντομα, αρχικά στη Θεσσαλονίκη και τελικά στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Γερμανική Σχολή Αθηνών το 1988. Ξεκίνησε την καριέρα του από το Σπόρτιγκ τo 1985 και τη σεζόν 1990-1991 αποκτήθηκε από τον Άρη. Κατέκτησε το πρωτάθλημα την ίδια χρονιά. Με τον Άρη κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1993 στο Τορίνο και το Κύπελλο Κόρατς το 1997 και 2 κύπελλα Ελλάδος το 1992 και το 1998. Αγωνίστηκε στον ΠΑΟΚ και τη Δάφνη.
To 2000 o Ντίνος Αγγελίδης εισήλθε ως επιχειρηματίας στο χώρο της εστίασης, ανοίγοντας εστιατόριο στην Κηπούπολη Κυπριάδη, στα Άνω Πατήσια.
Από την αρχή της καριέρας του αγωνίστηκε την Εθνική Παίδων και μετά με την Εθνική Εφήβων της Ελλάδας στο μπάσκετ. Στη συνέχεια αγωνίστηκε με την Εθνική των Ανδρών και σε 81 αγώνες σημείωσε συνολικά 645 πόντους (μ.ο. 7,96). Κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ το 1989. Με την Εθνική Ελλάδος Ανδρών συμμετείχε ακόμα στα Ευρωμπάσκετ 1991 και 1995, όπως και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996.
Παναγιώτης Λιαδέλης
Ο Παναγιώτης Λιαδέλης γεννήθηκε στο Βόλο, ωστόσο βρέθηκε από πολύ μικρός στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τον Άρη Θεσσαλονίκης, στον οποίο παρέμεινε για επτά χρόνια έχοντας καταφέρει να κατακτήσει ένα Κύπελλο Κόρατς (1997) καθώς επίσης και ένα Κύπελλο Ελλάδας (1998). Στον τελικό του Κυπέλλου του 1998 πραγματοποίησε εξαιρετική εμφάνιση με αποτέλεσμα να ανακυρηχθεί MVP του παιχνιδιού.
Το 2000 αποφάσισε να αποχωρήσει από τον Άρη Θεσσαλονίκης και να μεταγραφεί στον ΠΑΟΚ, ομάδα επίσης της Θεσσαλονίκης, στον οποίο παρέμεινε για ενάμιση χρόνο, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να κατακτήσει κάποιο τίτλο. Τον Ιανουάριο του 2002, ο Λιαδέλης ταξίδεψε στη Ρωσία για λογαριασμό της Ούραλ Γκρέιτ, στην οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος της αγωνιστικής περιόδου 2001-02.
Μετά το πέρασμά του από τη ρωσική Ουράλ Γκρέιτ Περμ, ο Λιαδέλης αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Κατά το ξεκίνημα της περιόδου 2002-03, ο Λιαδέλης αγωνίστηκε με τη φανέλα του Μακεδονικού, ωστόσο στα μέσα περίπου της σεζόν αποφάσισε να αφήσει για ακόμα μια φορά την Ελλάδα και να συνεχίσει την επαγγελματική του καριέρα στην ισπανική Βαλένθια.
Το καλοκαίρι του 2003, ο Λιαδέλης επέστρεψε και πάλι στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ολυμπιακού Πειραιώς, ενώ μετά από ένα χρόνο άφησε τον Πειραιά και ταξίδεψε στην Πάτρα προκειμένου να μεταγραφεί στην τοπική ομάδα του Απόλλωνα.
Την τριετία 2006-09 αγωνίστηκε με την Ουκρανική Αζοβμάς Μαριουπόλ, με την οποία μάλιστα κατάφερε να κατακτήσει αρκετούς εγχώριους τίτλους. Συγκεκριμένα, ο Λιαδέλης κατέκτησε με την Αζοβμάς τρία πρωταθλήματα Ουκρανίας (2007, 2008, 2009) αλλά και δύο Κύπελλα (2008, 2009).
Μετά το τέλος της περιόδου 2008-09, ο Λιαδέλης αποφάσισε να τερματίσει την καριέρα του, ωστόσο τον Οκτώβριο του 2013 επέστρεψε στην ενεργό δράση για λογαριασμό της Ανάληψης Βόλου, στην οποία αγωνίζεται μέχρι και σήμερα στο πρωτάθλημα της ΕΣΚΑΘ.
Γιώργος Σιγάλας
Ξεκίνησε την καριέρα του σε ηλικία 10 ετών και βρέθηκε στους κόλπους του Ολυμπιακού. Αργότερα παραχωρήθηκε δανεικός στην ομάδα του Παπάγου. Γύρισε στον Πειραιά και με τον Ολυμπιακό κατέκτησε πέντε συνεχόμενα Πρωταθλήματα από το 1993 ως το 1997, δύο Κύπελλα (1993, 1997) και το 1997 το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Την περίοδο 1996 ήταν πολυτιμότερος παίκτης στην Α1.
Το 1997 έπαιξε για λίγο με τη Στεφανέλ του Μιλάνου. Έπειτα ήταν παίκτης του Άρη και του ΠΑΟΚ.Πέρασε πάλι από το εξωτερικό και πιο συγκεκριμένα από Ισπανία και Ιταλία και μετά ήρθε στο Μακεδονικό. Φόρεσε τη φανέλα του Πανιωνίου και τελευταία ξανά του Άρη τη διετία 2005-07. Συνολικά είχε 483 συμμετοχές στο πρωτάθλημα της Α1.
Στις 1 Οκτωβρίου 2007 ανακοίνωσε ο ίδιος την απόσυρσή του από την καλαθοσφαίριση, χωρίς να αποκρύψει την πρόθεσή του να υπηρετήσει τον αθλητισμό από κάποια άλλη θέση. Η δήλωσή του έγινε ενώπιον δημοσιογράφων αλλά και του μέντορά του, του Γιάννη Ιωαννίδη, του ανθρώπου που τον ξεχώρισε και τον έκανε να αναδειχθεί στον Ολυμπιακό.
Νίκος Βετούλας
Ο Βετούλας ως αθλητής ξεκίνησε σαν τερματοφύλακας της «Νίκης» Προαστίου, μέχρι που τον ανακάλυψαν οι Στάθης Βέργος και Σταύρος Χαραλαμπόπουλος και τον ώθησαν να αγωνιστεί ως μπασκετμπολίστας στην Παναχαϊκή, τουλάχιστον από τη σαιζόν 1989-1990. Το 1994 μεταγράφηκε στον Απόλλωνα Πατρών, στον οποίο παρέμεινε μέχρι το 1999, με μεγαλύτερες επιτυχίες τις προκρίσεις στην φάση των «16» στο κύπελλο Κυπελλούχων του 1997 και στο κύπελλο Κόρατς του 1999, όπως και στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας του 1997. Παράλληλα, αγωνίστηκε σε 32 παιχνίδια με την εθνική Ελπίδων, μεταξύ αυτών στο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1996 και φόρεσε την φανέλα της εθνικής Ελλάδας Ανδρών στους Μεσογειακούς Αγώνες του 1997, στο Μπάρι της Ιταλίας.
Το 1999 υπέγραψε στην ομάδα του ΠΑΟΚ, με τον οποίο έφθασε μέχρι τον τελικό του ελληνικού πρωταθλήματος όπου ηττήθηκε από τον Παναθηναϊκό. Την επόμενη χρονιά φόρεσε την φανέλα της Νήαρ Ηστ, η οποία κατέλαβε την ενδέκατη θέση στο ελληνικό πρωτάθλημα του 2001, με τον Βετούλα να παραμένει και την επόμενη χρονιά στην ομάδα της Καισαριανής, με 12,2 πόντους και 3,9 ασίστ ανά αγώνα.
Το 2002-03 αγωνίστηκε με την ομάδα του Ιωνικού Νέας Φιλαδέλφειας, πριν υπογράψει στην ομάδα του Άρη, με την οποία κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδας του 2004.
Τα επόμενα δύο χρόνια αγωνίστηκε στην ομάδα της Ούντινε από την Ιταλία, με 7,4 και 7,1 πόντους κατά μέσο όρο σε κάθε σεζόν.Επέστρεψε στην Ελλάδα και την ΑΕΚ το 2006-07, παραμένοντας στην Αθήνα μέχρι τον Ιανουάριο του 2007, πριν μεταγραφεί στην Μούρθια για το δεύτερο μισό της σεζόν. Ολοκλήρωσε την αγωνιστική του καριέρα επιστρέφοντας στην Ούντινε, με την οποία έπαιξε σε 34 αγώνες με μέσους όρους 2,6 πόντων, 1,9 ριμπάουντ και 1,9 ασίστ.
Ως προπονητής
Το 2008-09 κάθισε στον πάγκο του Άρη ως βοηθός προπονητή του Αντρέα Ματσόν. Από την επόμενη χρονιά, ανέλαβε καθήκοντα προπονητή για την ομάδα του Απόλλωνα Πατρών, όπου παρέμεινε μέχρι το 2015, φτάνοντας μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας όπου και ηττήθηκε από τον Παναθηναικό 68-53. Τον Μάιο του 2016 ξεκίνησε να προπονεί την ελβετική Μασάνο. Ακολούθως, τον Ιούλιο 2016, ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Προμηθέα Πατρών, ωστόσο τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους παραιτήθηκε από το πόστο του. Στις 30 Ιανουαρίου του 2017 ανέλαβε το Ρέθυμνο Cretan Kings. Στις 26 Ιουνίου 2018 ανέλαβε τον Κολοσσό Ρόδου. Στις 22 Νοεμβρίου 2018 λύθηκε η συνεργασία του με τον Κολοσσό Ρόδου. Ακολούθως, υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την ομάδα του Ιωνικού Νίκαιας, που αγωνίζεται στην Α2 Εθνική.
Γιάννης Γκαγκαλούδης
Γεννήθηκε στη Κυψέλη το 1978 και ξεκίνησε την καριέρα του στο Παλαιό Φάληρο. Το 1999 μετακόμισε στην ομάδα της πρώτης εθνικής, την Δάφνη όπου έμεινε για δύο σεζόν. Ο Γκαγκαλούδης κέρδισε το 2003 το FIBA EuroCup Challenge με τον Άρη, και το 2004 πήρε μεταγραφή για τον Παναθηναϊκό με τον οποίο κέρδισε το Πρωτάθλημα Ελλάδας. Την επόμενη σεζόν συμφώνησε με τον ΠΑΟΚ όπου έμεινε για δυο σεζόν. Το καλοκαίρι του 2006 και ενώ είχε προτάσεις από ισπανικές και ιταλικές ομάδες, ο Γκαγκαλούδης υπογράφει με την ΑΕΚ Αθηνών τον Οκτώβριο του 2006. Τον Αύγουστο του 2007 ήταν η πρώτη μεταγραφή του Ρεθύμνου για την πρώτη σεζόν του συλλόγου στο ελληνικό πρωτάθλημα μπάσκετ. Τον Ιανουάριο του 2008, υπέγραψε για την ομάδα της Ευρωλίγκα, Βίρτους Ρόμα, αλλά αφέθηκε ελεύθερος ένα μήνα αργότερα και ενώ εμφανίστηκε σε μόλις τρία παιχνίδια σκοράροντας 4.0 πόντους ανά παιχνίδι. Τον Φεβρουάριο του 2012 έφυγε από το Μαρούσι, λόγω οικονομικών προβλημάτων του συλλόγου, και υπέγραψε για την κυπριακή ομάδα Απόλλων Λεμεσού. Μετά την ολοκλήρωση της σεζόν στη Κύπρο, ο Γκαγκαλούδης υπέγραψε στην Καβάλα για δεύτερη φορά στην καριέρα του να παίξει για την ομάδα της σεζόν 2012-2013. Τον Ιανουάριο του 2013 δέχτηκε μια προσφορά από Étoile Sportive du Sahel του πρωταθλήματος μπάσκετ της Τυνησίας[4] και βοήθησε την ομάδα του να κερδίσει τόσο το πρωτάθλημα και το κύπελλο.
Ο Γκαγκαλούδης υπέγραψε για την Λιβαδειά στην ελληνική Α2, το Νοέμβριο του 2014. Ονομάστηκε MVP του πρωταθλήματος Α2 το 2015 καθώς είχε μέσο όρο 21.4 πόντους, 2.8 ριμπάουντ, 6.9 ασίστ και 1.8 κλεψίματα ανά παιχνίδι ενώ βρέθηκε και στην καλύτερη πεντάδα. Τον Ιούνιο του 2015, ανανέωσε το συμβόλαιό του με τη Λιβαδειά για την επόμενη σεζόν.Την επόμενη χρονιά ήταν ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και οδήγησε την ομάδα όντας πρώτος σε σκοράρισμα, ασίστ, κλεψίματα και τρίποντα με μέσο όρο 22.6 πόντους, 3.4 ριμπάουντ, 6.2 ασίστ και 1.9 κλεψίματα ανά παιχνίδι. Παρά τις παραστάσεις του, το συμβόλαιό του λύθηκε με κοινή συναίνεση στις 18 Απριλίου 2016. Στις 19 Ιουλίου 2016 ο αθλητής, υπέγραψε στον Ηρακλή Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Α2.Αυτή τη σεζόν μπήκε στην καλύτερη πεντάδα της Α2. Το καλοκαίρι του 2018 συμφώνησε με την ομάδα του Αιγάλεω για την Γ΄ Εθνική. Τον Απρίλιο του 2019 πανηγύρισε την άνοδο της ομάδας στην Β΄Εθνική.
Πλέον ο αειθαλής Γκαγκαλούδης αγωνίζεται στο Μαρούσι.
Νέστορας Κόμματος
Στο Θεσσαλικό Κάμπο έκανε και τα πρώτα του αθλητικά βήματα στο Γυμναστικό Σ.Λ. Το 2000 πήγε στον Μακεδονικό, κατόπιν στον ΠΑΟΚ για δύο χρόνια και από εκεί στον Άρη για έναν χρόνο. Κατά την αγωνιστική περίοδο 2003-2004, ως παίκτης του Άρη Θεσσαλονίκης, ο Κόμματος ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με μέσο όρο 21 πόντους ανά παιχνίδι ενώ την ίδια χρονιά αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του Ελληνικού All-Star Game.
Είναι ο πρώτος Έλληνας καλαθοσφαιριστής που αγωνίστηκε ποτέ στην ισραηλινή ομάδα της Μακάμπι του Τελ Αβίβ, τη σαιζόν 2004-05, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα Ευρώπης το 2005. Τη σαιζόν 2005-06 αγωνίστηκε επίσης σε Ιταλία και Ισπανία, στις Φορτιτούντο Μπολόνια και Κάχα Σαν Φερνάντο (C.B. Σεβίλλη), ενώ στις 28 Σεπτεμβρίου 2007 ανακοινώθηκε η μεταγραφή του στη ρωσική Λοκομοτίβ Ροστόφ έχοντας νωρίτερα αγωνιστεί για μία σαιζόν και με την Α.Ε.Κ. To Φεβρουάριο του 2008 ανακοινώθηκε η λύση της συνεργασίας του καλαθοσφαιριστή με τη ρωσική ομάδα, κοινή συναινέσει, για "λόγους υγείας". Ολοκλήρωσε τη σαιζόν αγωνιζόμενος στα Α.Σ. Τρίκαλα 2000.
Την περίοδο 2008-09 αγωνίστηκε στην Α1 με την ομάδα της ΑΕΛ 1964 ενώ την επόμενη σαιζόν στην Ολύμπια Λάρισας και ακολούθως στο Μαρούσι. Το τέλος της σαιζόν 2010-11 τον βρήκε να αγωνίζεται στην τούρκικη Μερσίν. Επέστρεψε εκ νέου στο Μαρούσι ενώ ολοκλήρωσε τη σαιζόν 2011-12 στην ιταλική Παλακανέστρο Σαντ' Άντιμο. Τη σαιζόν 2012-13 αγωνίστηκε στον Α.Γ.Ο. Ρεθύμνου.
Ο Κόμματος έγινε ο πρώτος στα χρονικά Έλληνας παίκτης ομάδας της Α1 που μετακινείται σε άλλη ομάδα της Α1 εντός της ίδιας σαιζόν εκμεταλλευόμενος τη σχετική τροποποίηση του αθλητικού νόμου το 2013. Έτσι, ξεκίνησε τη σαιζόν 2013-14 στα Τρίκαλα BC και την ολοκλήρωσε με τα χρώματα του Κολοσσού Ρόδου.
Από το 2014 αγωνίζεται με τα χρώματα του Ερμή Αγιάς (σεζόν 2014-15 στο τοπικό πρωτάθλημα της Α1 Ε.Σ.Κ.Α.Θ., σεζόν 2015-16 στην Γ' Εθνική, σεζόν 2016-17 στην Β' Εθνική, 2017-18 και σεζόν 2018-19 στην Α2 Εθνική).
Γιάννης Γιαννούλης
Γεννήθηκε στο Τορόντο. Πρώτη του ομάδα ήταν Φιλαθλητικός Καρδίτσας, όπου και ζούσε από τη μικρή του ηλικία. Το 1994 αποκτήθηκε από τον ΠΑΟΚ με τον οποίο κατέκτησε 2 Κύπελλα Ελλάδας (1995,1999). Ήταν φιναλίστ του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1996.
Το 2001 μεταγράφηκε στον Παναθηναικό. Με τον Παναθηναικό κατέκτησε το 2002 την Ευρωλίγκα.
Την επόμενη χρονιά αγωνίστηκε στην NBA Development League με την Χάντσβιλ Φλάιτ.
Τη σεζόν 2003-2004 αποκτήθηκε από τον Πανιώνιο και στο τέλος της κανονικής περιόδου μετακόμισε στην Ουνικάχα Μάλαγα. Τη σεζόν 2005-2005 αναδείχθηκε πρωταθλητής Ουκρανίας με την Κίεβ Μπάσκετ, την επόμενη χρονιά αγωνίστηκε στην Κάχα Σαν Φερνάντο και τη σεζόν 2006-2007 στον Άρη.
Σπύρος Παντελιάδης
Ο Παντελιάδης ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα σε ηλικία 19 ετών από την ομάδα του Εσπέρου, αγωνιζόμενος στην Α2 εθνική κατηγορία, συνεχίζοντας την επόμενη χρονιά στην ομάδα του Αμαρουσίου. Εκεί παρέμεινε για τρία χρόνια, παίζοντας στην Α1 και φθάνοντας στην προημιτελική φάση του κυπέλλου Κόρατς.
Το καλοκαίρι του 2000, μεταγράφηκε στην ΑΕΚ, με την οποία κέρδισε το κύπελλο του 2001 και το πρωτάθλημα του 2002.
Την σεζόν 2002-03, ξεκίνησε αγωνιζόμενος στον Ιωνικό Νέας Φιλαδέλφειας και ολοκλήρωσε στην ισπανική Ουέλβα.
Το 2003-04, φόρεσε την φανέλα του ΠΑΟΚ, με τον οποίο κατέλαβε την έκτη θέση του ελληνικού πρωταθλήματος, ενώ την επόμενη χρονιά αγωνίστηκε στην Γερμανία με τους Σκαϊλάινερς της Φρανκφούρτης, φθάνοντας στον τελικό της Μπουντεσλίγκα.
Το 2005-06, επέστρεψε στην ΑΕΚ, πριν μεταγραφεί στον Άρη, με τον οποίο αγωνίστηκε για δύο σεζόν στην Ευρωλίγκα. Η καριέρα του Παντελιάδη στη πρώτη εθνική κατηγορία ολοκληρώθηκε στον Κολοσσό Ρόδου, όπου παρέμεινε από το 2008 ως το 2011.
Συνέχισε για μία διετία στον Πόλις Καλλιθέας και άλλον ένα χρόνο στον Κούρο Αναβύσσου. Από το 2015, έχει αναλάβει χρέη προπονητή και παίκτη για την ομάδα του Κρόνου Γέρακα.
Λίγους μήνες αργότερα ανέλαβε προπονητικό πόστο στην ομάδα του Αμύντα.
Αλέξης Κυρίτσης
Ξεκίνησε την καριέρα του από την ομάδα του Παπάγου όπου μετά από τρία πήρε μεταγραφή στον Άρη. Με τους "κιτρινόμαυρους" της Θεσσαλονίκης αγωνίστηκε για δύο σεζόν (2003-04 & 2004-05) πανηγυρίζοντας το Κύπελλο Ελλάδος το 2004. Το 2005 πήγε στο Μαρούσι και συνέχισε διαδοχικά σε ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Ε.Κ. Καβάλας, Ηλυσιακό.
Το 2011 η ομάδα του Παναθηναϊκού, μετά από την μεταγραφή του Ντρού Νίκολας στην Ολίμπια Μιλάνου, του υπέγραψε μονοετές συμβόλαιο αγωνιζόμενος στην θέση σούτινγκ γκαρντ.[1] Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος και έφτασε στο Final-4 της Κωνσταντινούπολης.
Το καλοκαίρι του 2012, υπέγραψε στην ομάδα του Ίκαρου Καλλιθέας και το 2013 υπέγραψε στην ομάδα του Πανιωνίου. Με την ομάδα της Νέας Σμύρνης, έφτασε έως τους 32 του EuroCup, ενώ στην Basket League κατέλαβε την 4η θέση.
Μετά το πέρασμα του από την ομάδα της Δόξας Λευκάδας, φόρεσε την φανέλα του Α.Σ.Ε. Δούκα, αγωνιζόμενος στην Β΄ εθνική κατηγορία. Με τον Δούκα αγωνίστηκε για 3 χρόνια.
Δημήτρης Χαριτόπουλος
Ο Χαριτόπουλος ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα από τον Γ.Σ. Σιατίστας, καταλαμβάνοντας την ένατη θέση στο πρωτάθλημα της Β' εθνικής. Μεταγράφηκε στον Άρη το καλοκαίρι του 2002, ο οποίος κατέκτησε το EuroCup Challenge νικώντας την Προκόμ Τρεφλ με 84-83, ενώ ήταν και φιναλίστ του κυπέλλου Ελλάδας την ίδια χρονιά. Οι "κίτρινοι" κατέκτησαν τον συγκεκριμένο τίτλο την επόμενη χρονιά, κερδίζοντας τον Ολυμπιακό με 73-70, ενώ το 2004-05 έφθασαν και πάλι στον τελικό, όπου ηττήθηκαν από τον Παναθηναϊκό. Το 2005-06, ο Άρης ηττήθηκε στον τελικό του ULEB Cup από την Ντιναμό Μόσχας, ενώ κατέλαβε την τρίτη θέση του ελληνικού πρωταθλήματος και κέρδισε την συμμετοχή του στην Ευρωλίγκα μετά από δεκαπέντε χρόνια. Ο Χαριτόπουλος αγωνίστηκε σε 60 αγώνες πρωταθλήματος κατά την τετραετία που παρέμεινε στον Άρη, πετυχαίνοντας 133 πόντους και μαζεύοντας 90 ριμπάουντ, ενώ έπαιξε και σε 21 ευρωπαϊκά ματς, με 2,7 πόντους και 1,8 ριμπάουντ κατά μέσο όρο.
Παράλληλα, αγωνίστηκε με την ελληνική εθνική ομάδα στους Μεσογειακούς Αγώνες του 2005 κατακτώντας το αργυρό μετάλλιο.
Το καλοκαίρι του 2006, μεταγράφηκε στην ομάδα του ΠΑΟΚ, στον οποίο παρέμεινε για δύο χρόνια, αγωνιζόμενος σε όλους τους αγώνες του πρωταθλήματος, με μέσους όρους 5,4 πόντων και 3,8 ριμπάουντ. Στην συνέχεια, αγωνίστηκε στην ομάδα των Τρικάλων το 2008-09, στον Πανιώνιο το 2009-10 και στο Μαρούσι από το 2010 ως το 2012.
Ο Χαριτόπουλος συνέχισε εκτός Ελλάδας, υπογράφοντας στην γαλλική ΑΣΒΕΛ Βιλερμπάν και μετά από μία σύντομη επιστροφή στον ΠΑΟΚ,μεταγράφηκε στην Ισπανία και την Βαγιαδολίδ. Την σεζόν 2014-15, ξεκίνησε στην Μανρέσα και ολοκλήρωσε την χρονιά στον ΠΑΟΚ, πριν μεταγραφεί το καλοκαίρι του 2015 στον Κόροιβο Αμαλιάδας.
Το 2016, συμφώνησε με την ομάδα της ΑΕΚ, μπαίνοντας στην προετοιμασία της ομάδας, την σεζόν 2017-18 αγωνίστηκε στον Ηρακλή, μπαίνοντας σε ένα κλειστό κλαμπ με τους παίκτες που έχουν παίξει και στις τρεις ομάδες της Θεσσαλονίκης.
Αγωνίζεται εδώ και δύο χρόνια στον Ήφαιστο Λήμνου.
Λάζαρος Αγαδάκος
Ο Αγαδάκος αναδείχθηκε στην ομάδα του Π. Φαλήρου, στην οποία έπαιξε τη σεζόν 1998-99. Στη συνέχεια αγωνίστηκε στον Πανιώνιο για τέσσερις σεζόν. Το 2003-04 έπαιξε στο Μαρούσι και μετά πήγε για δύο περιόδους στον Ολυμπιακό, με τον οποίο αγωνίστηκε στην Ευρωλίγκα. Το 2006-07 ήταν στον ΠΑΟΚ και στη συνέχεια για δύο σεζόν στον Άρη Θεσσαλονίκης, με τον οποίο το 2007-08 αγωνίστηκε ξανά στην Ευρωλίγκα.
Τον Αύγουστο του 2009, ενώ συζητούσε την επιστροφή του στον Πανιώνιο, είχε ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα με τη μηχανή του στο οποίο τραυματίστηκε και αναγκαστικά έμεινε εκτός αγώνων τη σεζόν 2009-10.
Δημήτρης Βεργίνης
Ο Βεργίνης έκανε τα πρώτα του βήματα στο άθλημα στις ακαδημίες «Αστέρια Πανοράματος». Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τη νεανική ομάδα του Κολλεγίου Ανατόλια την περίοδο 2004-05. Την επόμενη χρονιά, 2005-06, υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ. Τα έτη 2006 και 2007 συμμετείχε στην Ομάδα Ελπίδων Βορρά του ελληνικού All-Star Game, λαμβάνοντας τον τίτλο του MVP στην πρώτη από αυτές.Στην ομάδα της Θεσσαλονίκης παρέμεινε μέχρι και την περίοδο 2007-08, διατελώντας παράλληλα αρχηγός της, ο νεαρότερος στην ιστορία της Α1 Εθνικής. Με το δικέφαλο του Βορρά ο Βεργίνης διαγωνίσθηκε για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκή συλλογική διοργάνωση και συγκεκριμένα στο ULEB Cup της περιόδου 2005-06.Στην ίδια διοργάνωση συμμετείχε επίσης τις περιόδους 2006-07 και 2007-08, πάντα με τον ΠΑΟΚ. Το 2008 συμμετείχε επίσης στο FIBA EuroCup All-Star Game που διεξήχθη στη Λεμεσό.
Την περίοδο 2008-09 μετακόμισε στην Αθήνα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, ομάδα στην οποία παρέμεινε για δύο χρόνια.Με τους «πράσινους» πανηγύρισε την κατάκτηση ενός Triple Crown την περίοδο 2008-09 (Πρωτάθλημα Ελλάδος, Κύπελλο Ελλάδος, EuroLeague), ενώ στη δεύτερη θητεία του ένα ακόμη Πρωτάθλημα Ελλάδος. Το 2010-11 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, φορώντας αυτή τη φορά τα χρώματα του Άρη, στον οποίο επίσης παρέμεινε για μια διετία, αγωνιζόμενος και στο EuroCup του 2011-12.Στην αρχή της πορείας του στην ομάδα υπέστη ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου στο δεξί πόδι με αποτέλεσμα να μείνει εκτός γηπέδων για μεγάλο διάστημα.
Τον Αύγουστο του 2012 ανακοινώθηκε από την ισπανική Μπιλμπάο, στην οποία το ελληνικό στοιχεία ήταν έντονο τη χρονιά εκείνη, εφόσον με τη φανέλα της αγωνίζονταν επίσης οι Νίκος Ζήσης και Κώστας Βασιλειάδης, με τεχνικό το Φώτη Κατσικάρη. Τον Οκτώβριο, ωστόσο, η ομάδα τον άφησε ελεύθερο λόγω των περιορισμένων οικονομικών της και της αδυναμίας της να τον χρησιμοποιήσει στο ισπανικό πρωτάθλημα, καθώς είχε «κλείσει» τον αριθμό των ξένων της. Ο αθλητής, παρόλο που απασχόλησε τον Παναθηναϊκό, εντάχθηκε και πάλι στο ρόστερ του Άρη, όπου και παρέμεινε την περίοδο 2012-13. Για την περίοδο 2013-14 έλαβε μεταγραφή στη βουλγαρική Λουκόιλ Ακαντέμικ, μόνιμη πρωταθλήτρια της χώρας εδώ και μία δεκαετία, με την οποία θα συμμετάσχει σε αγώνες για το EuroCup. Το 2014 επέστρεψε στην Ελλάδα για τον Πανιώνιο και την διετία 2015-17 έπαιξε για τον Απόλλωνα Πάτρας ενώ το καλοκαίρι του 2017 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την ομάδα του Λαυρίου. Το καλοκαίρι του 2018, επέστρεψε για τρίτη φορά στην ομάδα του Άρη.
Από το καλοκαίρι του 2019 ανήκει στον Πανιώνιο.
Φορώντας το εθνόσημο, ο Βεργίνης έχει λάβει μέρος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Παίδων του 2003 στη Μαδρίτη, στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα Εφήβων του 2004 και 2005 στη Σαραγόσα και το Βελιγράδι αντίστοιχα, καθώς και στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα Νέων Ανδρών του 2006 και 2007 στη Σμύρνη και τη Νόβα Γκόριτσα αντίστοιχα.
Χρήστος Ταπούτος
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Το 1998 ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του από τον Αχιλλέα Τριανδρίας και το 2000 μεταγράφηκε στη Νήαρ Ηστ όπου αγωνίστηκε για ένα χρόνο. Το 2001 τον απέκτησε η ΑΕΚ με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδος το 2002. Το 2004 μεταγράφηκε στον Ηρακλή και στη συνέχεια, το 2005, στον Πανιώνιο. Το 2006 επέστρεψε στην ΑΕΚ από όπου το καλοκαίρι του 2009 μεταπήδησε στον ΠΑΟΚ. Στον ΠΑΟΚ παρέμεινε μία σαιζόν και στη συνέχεια αγωνίστηκε για δύο χρόνια με τον Άρη Θεσσαλονίκης.
Το 2012 έπαιξε για μικρό χρονικό διάστημα με τη φανέλα της Τσέχικης ομάδας CEZ Νίμπουργκ ενώ την ίδια χρονιά άρχισε να αγωνίζεται με την Τούρκικη ομάδα Ολίν Εντιρνέ στο Εσκισεχίρ όπου παρέμεινε μέχρι το 2014. Μετά το Εσκισεχίρ μετακόμισε στο Αφιόν Καραχισάρ για να αγωνιστεί με την Αφιόν Καραχισάρ Μπελεντιγεσπόρ. Τον Ιανουάριο του 2015 επέστρεψε στο ελληνικό πρωτάθλημα με τα χρώματα του Πανιώνιου. Τον Αύγουστο του 2015 υπέγραψε στην ομάδα της Καβάλας. Το καλοκαίρι του 2016 υπέγραψε στην Δόξα Λευκάδας η οποία ήταν και η τελευταία ομάδα της καριέρας του.
Στις 25 Ιανουαρίου ανακοίνωσε ότι σταματά το μπάσκετ στην ηλικία των 35 ετών, εξαιτίας σοβαρού ιατρικού λάθους, που έγινε σε χειρουργική επέμβαση που υποβλήθηκε στο αριστερό του χέρι.
Δήμος Ντικούδης
Ξεκίνησε την επαγγελματική καριέρα του από την Ολύμπια Λάρισας, με την οποία αναδείχτηκε για 2 συνεχόμενες φορές πρώτος στα ριμπάουντ της Α2 και πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος, έχοντας εν γένει πολύ καλή παρουσία. Αποτέλεσε μέλος των μικρών εθνικών ομάδων. Από την Ολύμπια μεταγράφηκε στην ΑΕΚ με την οποία καταξιώθηκε και κατέκτησε σχεδόν τα πάντα. Η ΑΕΚ με το Δήμο Ντικούδη, το Μιχάλη Κακιούζη και το Νίκο Χατζή αναγεννήθηκε, κέρδισε το πρωτάθλημα μετά από 32 χρόνια, το κύπελλο μετά από 19 και το ευρωπαϊκό κύπελλο μετά από 32. Τη χρονιά 2001/2002 ψηφίστηκε πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος καθώς και των τελικών, που για πρώτη και μοναδική φορά έγινε ανατροπή από το 2-0 σε 2-3.
Το 2003 αγωνίστηκε στην ισπανική Βαλένθια και στη συνέχεια το 2004, στην ρωσική ΤΣΣΚΑ Μόσχας με την οποία κατέκτησε το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο Ρωσίας, ενώ έφτασε και μέχρι το Final 4 της Μόσχας. Το 2005 επέστρεψε στην Βαλένθια και το 2006 γύρισε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό με τον οποίο, μέσα σε μία χρονιά, κατέκτησε και τους τρεις τίτλους (Πρωτάθλημα, Κύπελλο και Ευρωλίγκα) που διεκδίκησε, πετυχαίνοντας το Τρπλ Κράουν , ενώ και το 2008 πέτυχε το νταμπλ.
Τον Δεκέμβριο του 2008, πήρε μεταγραφή στον Πανιώνιο. Τον Ιούλιο του 2009 πήγε στον Άρη Θεσσαλονίκης. Μετά από επτά χρόνια επέστρεψε στην ΑΕΚ το 2010 και τον Σεπτέμβριο του 2011 υπέγραψε συμφωνία ενός έτους με τον ΠΑΟΚ, που έμελλε να είναι και η τελευταία ομάδα πριν την απόσυρσή του από την ενεργό δράση.
Κώστας Χαραλαμπίδης
Ο Χαραλαμπίδης ξεκίνησε την πολυετή καριέρα του από το Μακεδονικό Νεάπολης, εκτίοντας στην ομάδα δύο θητείες (1997-2002 και 2004-06) τόσο στην Α2 όσο και στην Α1 Εθνική Κατηγορία. Ενδιάμεσα αγωνίστηκε κατά τη διετία 2004-06 με τα χρώματα της Ολύμπιας Λάρισας. Το καλοκαίρι του 2006 μετακόμισε νοτιότερα και συγκεκριμένα στο Μαρούσι στο οποίο προσέφερε τις υπηρεσίες του για τρία χρόνια, μέχρι το 2009. Ακολούθως έλαβε μεταγραφή στον Πανελλήνιο για την περίοδο 2009-10. Το καλοκαίρι του 2010 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά για λογαριασμό του Άρη. Την περίοδο 2011-12 φόρεσε τη φανέλα του Κ.Α.Ο. Δράμας, ενώ στο τέλος της χρονιάς κλήθηκε από την ιταλική Μπρίντιζι για να αντικαταστήσει έναν τραυματία παίκτη. Παίζοντας σε ένα και μοναδικό ματς της δεύτερης κατηγορίας της Ιταλίας σημείωσε 17 πόντους σε 27 λεπτά, βοηθώντας την ομάδα να κατακτήσει την κορυφή της τελικής βαθμολογίας. Το φθινόπωρο του 2012 υπέγραψε συμβόλαιο με την ομάδα του ΠΑΟΚ.
Αποσύρθηκε από την ενεργό δράση οριστικά το 2016 έχοντας χάσει στην ουσία τις δύο τελευταίες σεζόν λόγο τραυματισμού.
Μετά την αποχώρηση στην αρχή της σεζόν του Κώστα Φλεβαράκη από τον πάγκο του ΠΑΟΚ, ο Χαραλαμπίδης είναι ο προπονητής του δικέφαλου.
Σημαντικοί σταθμοί
Σε διεθνές επίπεδο, ο Χαραλαμπίδης έχει αγωνιστεί στον τελικό του Uleb Cup το 2004-05 και στο Final Four του EuroCup το 2010.
Γιώργος Τσιάρας
Γεννήθηκε στη Λάρισα στις 4 Μαΐου 1982. Σε μικρή ηλικία βρέθηκε στην ΑΕΚ, αλλά και στις μικρές εθνικές ομάδες της Ελλάδας (Εφήβων και Νέων).
Με την ΑΕΚ συμμετείχε στην ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας το 2002. Από το 2006 εώς το 2008 αγωνίστηκε στην Ολύμπια Λάρισας και αποτέλεσε έναν από τους καλύτερους σκόρερ της ομάδας. Το καλοκαίρι του 2008 υπέγραψε συμβόλαιο με την ομάδα του ΠΑΟΚ. Το 2010 υπέγραψε με την CEZ Νίμπουργκ της Τσεχίας. Ακολούθησαν ο Πανιώνιος, η ιταλική Αρμάνι Τζινς Μιλάνο, ο Άρης Θεσσαλονίκης, η ρουμάνικη Γκαζ Μετάν, η ισπανική Μελίγια.
Στις 8 Μαΐου 2015 συμφώνησε την επιστροφή του στο ελληνικό πρωτάθλημα με τον Άρη Θεσσαλονίκης. Τον Αύγουστο του 2015 ανακοινώθηκε από την ομάδα των Τρικάλων ενώ τον Αύγουστο 2016 υπέγραψε στην ομάδα του Απόλλωνα Πάτρας.
Μιχάλης Τσαϊρέλης
Ξεκίνησε την αγωνιστική του πορεία στα νεανικά τμήματα του Απόλλωνα Καλαμαριάς. Το 2007 υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με την Άρη, παραμένοντας στην ομάδα για ένα χρόνο. Ακολούθησαν δύο χρονιές στη Θεσσαλία όπου ο αθλητής φόρεσε τα χρώματα της Α.Ε.Λ. (2008-09) και των Τρικάλων (2009-10), αμφότερων ομάδων της Α1 Εθνικής. Κατόπιν επέστρεψε στον Άρη για τη διετία 2010-12, με τον οποίο συμμετείχε σε 21 παιχνίδια του EuroCup. Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν ο ΠΑΟΚ,με τον οποίο ανανέωσε το συμβόλαιό του το καλοκαίρι του 2013.Το καλοκαίρι του 2014 υπέγραψε στην Ισπανική Ιμπεροστάρ Τενερίφε. Από το Φλεβάρη του 2015 αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό μέχρι το καλοκαίρι του 2016, όταν στις 5/8/2016 ανακοινώθηκε η επιστροφή του στον Άρη Θεσσαλονίκης υπογράφοντας συμβόλαιο διετούς διάρκειας. Στις 15 Ιουνίου ανακοινώθηκε η συμφωνία του με τον Προμηθέα Πατρών. Με τον Προμηθέα είχε 5.2 πόντους και 1.8 ριμπάουντ κατά μέσο όρο στη Basket League φτάνοντας μέχρι τους τελικούς του πρωταθλήματος, όπου τερμάτισε στην δεύτερη θέση. Τον Ιούλιο του 2019 ανακοινώθηκε από τον Ήφαιστο Λήμνου.
Ευθύμης Τσακαλέρης
Ο Ευθύμης Τσακαλέρης, γεννημένος στις 22 Ιουλίου 1989 στη Θεσσαλονίκη, είναι Έλληνας καλαθοσφαιριστής. Διαθέτει ύψος 2,07 μέτρα και αγωνίζεται στις θέσεις Power Forward και Center.
Ο Τσακαλέρης ξεκίνησε την καριέρα του από την Αναγέννηση Φλόγας.Το καλοκαίρι του 2009 συμμετείχε με την Εθνική Ελλάδος στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων Ανδρών στη Ρόδο, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο.Την επόμενη περίοδο υπέγραψε συμβόλαιο με τον Πανελλήνιο με τα χρώματα του οποίου αγωνίστηκε στην Α1 Εθνική. Με την αθηναϊκή ομάδα συμμετείχε στο Final-4 του EuroCup το 2010. Την ίδια χρονιά έλαβε μέρος στο All Star Game 2010 στο Ηράκλειο με την ομάδα των «Κάτω των 22».Μετά από μία διετία παραμονής μεταγραφή στον ΠΑΟΚ όπου και αγωνίστηκε την περίοδο 2011-12, συμμετέχοντας και πάλι στο θεσμό του EuroCup. Ακολούθως μεταπήδησε το 2012 στην ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης.
Λίνος Χρυσικόπουλος
Ο Χρυσικόπουλος ξεκίνησε την καριέρα του στον Φαίακα Κέρκυρας και σε ηλικία δεκαπέντε ετών αγωνίστηκε για πρώτη φορά στην εθνική Ελλάδος παίδων, στο τουρνουά Φιλίας του 2007 στο Ούντινε της Ιταλίας. Το καλοκαίρι του 2008, υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο, με την ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης, κατακτώντας την τέταρτη θέση του ελληνικού πρωταθλήματος.
Το καλοκαίρι του 2009, αγωνίστηκε με την εθνική Ελλάδος εφήβων στο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα που διοργανώθηκε στην Γαλλία και η ελληνική ομάδα κατέλαβε την 13η θέση. Συνολικά, με την εθνική ομάδα παίδων πραγματοποίησε 30 συμμετοχές σκοράροντας 298 πόντους, με την εθνική εφήβων 26 συμμετοχές με 300 πόντους και με την εθνική νέων 5 συμμετοχές με 63 πόντους.
Τον Ιούλιο του 2011, μεταγράφηκε στην ιταλική Μπιέλα. Εκεί αγωνίστηκε για δύο χρόνια, με την ιταλική ομάδα να καταλαμβάνει χαμηλές θέσεις στον βαθμολογικό πίνακα του πρωταθλήματος.
Τον Ιανουάριο του 2013 επέστρεψε στην Ελλάδα υπογράφοντας στον ΠΑΟΚ στον οποίο παρέμεινε μέχρι το τέλος της σεζόν.Ακολούθησε η θητεία του για δύο χρόνια στην ομάδα του ΚΑΟΔ, ενώ το 2015 υπέγραψε με τη Νέα Κηφισιά, όπου παρέμεινε για μία αγωνιστική περίοδο προτού επιστρέψει στον Π.Α.Ο.Κ.
Από το καλοκαίρι του 2019 ανήκει στην ΑΕΚ.
Γιώργος Μπόγρης
Γεννημένος στις Θεσπιές και μεγαλωμένος στη Θήβα, ο Μπόγρης ήρθε σε επαφή με το άθλημα μέσω των τμημάτων υποδομής του Κάδμου Θήβας. Σε ηλικία μόλις 14 ετών ο ΠΑΟΚ, ο Άρης και ο Ηλυσιακός εκφράζουν ενδιαφέρον να τον εντάξουν στην ομάδα τους. Ξεκίνησε τελικά την επαγγελματική του πορεία του από τον Ηλυσιακό, για χάρη του οποίου μετακόμισε στην Αθήνα και με τα χρώματα του οποίου αγωνίστηκε για την τετραετία 2005-09 στην Α2 Εθνική. Έχοντας διακριθεί με την Εθνική Ελλάδος Νέων έλαβε μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, όπου και παρέμεινε για δύο αγωνιστικές περιόδους.
Με την ομάδα αυτή αναδείχθηκε δύο φορές Πρωταθλητής Ελλάδος (2010, 2011) και πανηγύρισε την κατάκτηση της EuroLeague την περίοδο 2010-11. Το 2010 συμμετείχε επίσης στο All Star Game Νέων. Στη συνέχεια έκανε ένα σύντομο πέρασμα από το Περιστέρι, παίζοντας σε δύο αγώνες Κυπέλλου και όντας πρώτος σκόρερ.Λίγο πριν από το τρίτο παιχνίδι του ανακοινώθηκε η αποχώρησή του από την ομάδα, πράγμα καταστροφικό καθώς ο αθλητικός νόμος απαγορεύει σε κάποιον παίκτη να μετακινηθεί σε άλλη ομάδα μεσούσης της σαιζόν. Με τη βοήθεια της Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης κινείται δικαστικά και τελικά δικαιώνεται, ο πρώτος Έλληνας παίκτης που καταφέρνει κάτι ανάλογο.
Επόμενος σταθμός του ήταν η Θεσσαλονίκη για χάρη του Άρη την περίοδο 2011-12. Το καλοκαίρι του 2012 υπέγραψε συμβόλαιο με την ομάδα του Πανιωνίου Σμύρνης, όπου και παρέμεινε για ένα χρόνο. Τον Αύγουστο του 2013 ο ΠΑΟΚ ανακοίνωσε την έναρξη της συνεργασίας του με τον καλαθοσφαιριστή. Τον Αύγουστο του 2014 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την ομάδα της Ανδόρρας, που αγωνίζεται στο ισπανικό πρωτάθλημα, ενώ το καλοκαίρι του 2015 υπέγραψε στην ισπανική Μπιλμπάο. Το 2016 υπέγραψε στην ισπανική Ιμπέροσταρ Τενερίφε (CB 1939 Κανάριας), με την οποία κατέκτησε τον νεοσύστατο Μπάσκετμπολ Τσάμπιονς Λιγκ, πραγματοποιώντας καλές εμφανίσεις. Τον Ιούνιο του 2017 επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από τρία χρόνια για λογαριασμό του Ολυμπιακού.
Στο ξεκίνημα της σεζόν ήταν στον Προμηθέα, πλέον αγωνίζεται στην Ανδόρα της Ισπανίας.
Κώστας Κακαρούδης
Ο Κακαρούδης ξεκίνησε το μπάσκετ στην Αστραπή Ηλιούπολης και μετά αγωνίστηκε για τρία χρόνια στη Θεσσαλονίκη με τα χρώματα του Άρη, από το 2000-2003. Με τους κιτρινόμαυρους την περίοδο 2002-03 έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, ενώ την ίδια χρονιά κατέκτησε το EuroCup Challenge. Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν για μία σαιζόν ο Θερμαϊκός και τις επόμενες δύο σαιζόν ο Κ.Α.Ο. Δράμας, που τότε αγωνιζόταν στην Α2 Εθνική, από τον οποίο αποχώρησε το 2006.
Ακολούθησαν πέντε διαδοχικά μονοετή συμβόλαια με ομάδες της ίδιας κατηγορίας και συγκεκριμένα με τον Ιωνικό Λαμίας, την Ε.Κ. Καβάλας, το Ρέθυμνο, την Ολυμπιάδα Πατρών και τους Ικάρους Σερρών. Τη διετία 2011-2013 επέστρεψε στην Α1 Εθνική για λογαριασμό της παλαιότερης ομάδας του, του Κ.Α.Ο. Δράμας.
Το καλοκαίρι του 2013 έλαβε μεταγραφή στην CS Ενερτζία Ροβινάρι, ομάδα Α' Κατηγορίας στη Ρουμανία (Divizia A). Το Μάρτιο η ομάδα επέλεξε τη λύση της συνεργασίας της με τον αθλητή, ο οποίος συγκέντρωσε 9,9 πόντους, 3,6 ριμπάουντ, 1,4 ασίστ, 0,7 κλεψίματα, 0,4 κοψίματα και 1,9 λάθη σε 20 αγώνες (συνολικός χρόνος 23 λεπτά και 21 δευτερόλεπτα). Για το υπόλοιπο της αγωνιστικής περιόδου 2013-14 ο Κακαρούδης υπέγραψε συμβόλαιο με τον Κολοσσό Ρόδου. Το καλοκαίρι του 2014 υπέγραψε συμβόλαιο μονοετούς διάρκειας με τον ΠΑΟΚ.
Μετά ακολούθησε ο Φάρος Κερατσινίου, και από το 2017 ανήκει στον Ηρακλή.
Βασίλης Σίμτσακ
Ο Βασίλης Σίμτσακ ξεκίνησε το μπάσκετ στον ΑΣΕ Δούκα και συνέχισε στον Α.Ο. Σπόρτιγκ, με τις οποίες αγωνίστηκε από το 2003 ως το 2007 στο πρωτάθλημα Α2 Εθνικής. Το 2007 αναδείχθηκε πρωταθλητής Α2. Ακολούθως μεταπήδησε στην Α1 Εθνική, σε ομάδες της οποίας αγωνίζεται ως σήμερα, κατά σειρά: ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Τρίκαλα, Καβάλα, Ίκαρος Καλλιθέας και Πανιώνιος.
Το 2014 υπέγραψε συμβόλαιο στον Άρη Θεσσαλονίκης. Τη σεζόν 2015-2016 ο Σίμτσακ πραγματοποίησε 2 από τις πιο κορυφαίες εμφανίσεις της καριέρας του, με 18 πόντους εναντίον της Άλμπα Βερολίνου και 22 πόντους, 10 ριμπάουντ εναντίον της ΑΕΚ. Τη σεζόν 2017-18, έπαιξε στην ομάδα του Περιστερίου στην ελληνική Α2, βοηθώντας την ομάδα να ανέβει την πρώτη εθνική κατηγορία, Α1.
Στις 27 Ιουλίου 2018, ανακοινώθηκε η προσθήκη του στο τεχνικό τιμ της Ούνικς Καζάν, του προπονητή Δημήτρη Πρίφτη.
Σωτήρης Μανωλόπουλος
Ο Μανωλόπουλος ξεκίνησε την καριέρα του από την ομάδα της ΧΑΝΘ, σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Το 2003 μεταγράφηκε στον ΠΑΟΚ, στον οποίο παρέμεινε μέχρι το 2007, με κορυφαία του χρονιά το 2004-05, όταν είχε μέσο όρο 8,0 πόντων.
Την επόμενη σεζόν, δόθηκε δανεικός στην ισπανική Παλένσια και το καλοκαίρι του 2008 επέστρεψε στην Ελλάδα για την ομάδα της ΑΕ Λάρισας, με την οποία είχε μέσο όρο 4,9 πόντων.
Για την επόμενη διετία, αγωνίστηκε στην ομάδα του Κολοσσού Ρόδου, με την οποία κατέλαβε την έκτη θέση το 2010 και την όγδοη το 2011.
Επόμενος σταθμός της καριέρας του ήταν το Περιστέρι, το οποίο κατάφερε να παραμείνει στην Α1 Εθνική κατηγορία, με τον Μανωλόπουλο να σημειώνει 7,1 πόντους κατά μέσο όρο.
Το καλοκαίρι του 2012 μεταγράφηκε στην Καβάλα, η οποία όμως υποβιβάστηκε στην Α2 Εθνική κατηγορία.
Το 2013-14, αγωνίστηκε με τον Ίκαρο Χαλκίδας, με μέσους όρους 5,1 πόντων και 2,0 ριμπάουντ. Το επόμενο καλοκαίρι, μεταγράφηκε στον Άρη, στον οποίο παρέμεινε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2014, πριν επιστρέψει στην ομάδα του Κολοσσού Ρόδου.
Το καλοκαίρι του 2016, υπέγραψε στην ομάδα των Τρικάλων.
Το καλοκαίρι του 2017, υπέγραψε στην ομάδα της Κύμης.
Το 2018 υπέγραψε στον νεοφώτιστο στην Α΄ Εθνική Ήφαιστο Λήμνου.
Από το καλοκαίρι του 2019 αγωνίζεται στον Ηρακλή.
Γιώργος Πασσαλίδης
Βασίλης Ξανθόπουλος
Ο Βασίλης Ξανθόπουλος γεννήθηκε στον Πειραιά. Αρχικά αγωνίστηκε στην εφηβική ομάδα του Ολυμπιακού το 1997. Άρχισε την καριέρα του το 2001 με το Πειραϊκό στον οποίο αγωνίστηκε την σεζόν 2001-02. Για δυο χρονιές (2002-2004) αγωνίστηκε στη Νήαρ Ηστ. Στον Παναθηναϊκό εντάχθηκε το καλοκαίρι του 2004 όπου θα αγωνιστεί για εννιά αγώνες και θα κατακτήσει το νταμπλ. Η επόμενη σεζόν θα τον βρει δανεικό στον ΠΑΟΚ με τον οποίο θα αγωνιστεί σε 29 παιχνίδια πρωταθλήματος, μετρώντας 3,66 πόντους και 3,14 ασίστ ανά αγώνα. Το 2007 ο Ξανθόπουλος επιστρέφει από τον δανεισμό του και αγωνίζεται σε 7 ματς πρωταθλήματος και 1 στην Ευρώπη. Εκείνη την σεζόν κατέκτησε το τριπλ-κράουν με τον Παναθηναϊκό. Τη σεζόν 2007-2008 αποκτήθηκε από τον Πανιώνιο. Το 2009 μετακινήθηκε στο Πανελλήνιο. Tο Σεπτέμβριο του 2011 επέστρεψε στον Πανιώνιο, όπου κατάφερε να είναι πρώτος στις ασίστ στο Ελληνικό πρωτάθλημα, έχοντας 4,1 στην κανονική διάρκεια και 5,7 σε 10 ματς playoffs.
Στις 24 Ιουλίου 2012 ανακοινώθηκε η επιστροφή του στο δυναμικό του Παναθηναϊκού με τον οποίο κατέκτησε νταμπλ. Το 2013 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας στην ισπανική Ομπραδόιρο. Το 2014 επέστρεψε στον Πανιώνιο. Από το 2015 παίζει στον Άρη Θεσσαλονίκης.
Το 2017 έφτασε στον τελικό κυπέλλου με τον Άρη αλλά ηττήθηκε από τον Παναθηναϊκό. Στο πρωτάθλημα κατέκτησε την τέταρτη θέση ενώ αναδείχτηκε ο πρώτος παίκτης στα κλεψίματα (60), του πρωταθλήματος.
Στις 5 Ιουλίου 2017 ανακοινώθηκε η μεταγραφή του στην Α.Ε.Κ. Κατακτά στις 17/2/2018 το Κύπελλο Ελλάδας κόντρα στον Ολυμπιακό (88-83). Στις 6 Μαΐου 2018 κατέκτησε το Μπάσκετμπολ Τσάμπιονς Λιγκ στο Final-4 της Αθήνας, νικώντας την Μονακό στον τελικό με 100-94. Το 2019 κατέκτησε το Διηπειρωτικό Κύπελλο, νικώντας την Φλαμένγκο 86-70.
Στις 5 Ιουλίου 2019, ανακοινώθηκε από το Περιστέρι.
Σοφοκλής Σχορτσιανίτης
Γεννήθηκε στο Τίκο του Καμερούν. Ο πατέρας του είναι από την Ελλάδα και η μητέρα του από το Καμερούν. Η πρώτη του ομάδα ήταν ο Ηρακλής Καβάλας, ενώ η επαγγελματική του καριέρα ξεκίνησε τη σεζόν 2000-2001 με τον Ηρακλή, σε μικρή ηλικία,μόλις 15 ετών.
Το 2003 επιλέχθηκε για το νούμερο 34 του ντραφτ από τους Λος Άντζελες Κλίπερς, χωρίς, όμως, τελικά να μετακομίσει στο πρωτάθλημα του NBA. Αντ' αυτού ξενιτεύτηκε την περίοδο 2003-2004 στην ιταλική Καντού για ένα χρόνο.
Την επόμενη περίοδο επιστρέφει στην Ελλάδα με τη φανέλα του Άρη, ενώ από τη σεζόν 2005-2006 αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό και έγινε ένας από τους πιο αγαπητούς παίκτες των «ερυθρόλευκων» οπαδών έχοντας μια πολύ καλή χρονιά σε επιδόσεις με μεγάλη βελτίωση αλλά και εξέλιξη στον πληθωρικό πλέον τρόπο παιχνιδιού του.
Την περίοδο 2006-2007 μετά από την εντυπωσιακή του απόδοση στο Μουντομπάσκετ συνέχισε στον Ολυμπιακό δημιουργώντας την προσδοκία ότι θα ήταν πλέον ένας από τους κορυφαίους σέντερ της Ευρώπης, όμως εμφανίστηκε αδιάφορος για την εξέλιξή του και υπέρβαρος με αποτέλεσμα να έχει μια μέτρια σεζόν. Τα χειρότερα δεν άργησαν να έλθουν και πριν από την έναρξη της σεζόν 2007-2008 το ιατρικό επιτελείο του Ολυμπιακού, αφού διαπίστωσε πως εξακολουθούσε να είναι υπέρβαρος (180 κιλά), του ανακοίνωσε πως αν δεν επανέλθει σε μια φυσιολογική φυσική κατάσταση δεν κινδυνεύει μόνο η καριέρα του αλλά και η υγεία του.
Εξαιτίας της άρνησής του να μεταβεί στην Ελβετία σε κλινική αδυνατίσματος ο Ολυμπιακός αποφάσισε, το Δεκέμβριο του 2007, τη διακοπή συμβολαίου του «Big Sofo». O ίδιος ο παίκτης δήλωσε ότι ουδέποτε αρνήθηκε να πάει στην Ελβετία για το εν λόγω θέμα υγείας. Τελικά, ύστερα από ώριμη σκέψη του ίδιου, σε συμφωνία με τους παράγοντες της ομάδας, για το καλό του και ύστερα το καλό της ομάδας, αποφάσισε να μεταβεί στο ανωτέρω κέντρο στις αρχές Ιανουαρίου του 2008.
O καλαθοσφαιριστής δέχτηκε τελικά να αναχωρήσει για την Ελβετία και και το συμβόλαιό του διακόπηκε. Επέστρεψε τελικά στο ρόστερ του Ολυμπιακού και αγωνίστηκε για πρώτη φορά μετά από αρκετούς μήνες απουσίας στον τελευταίο αγώνα της κανονικής σεζόν του πρωταθλήματος 2007-2008. Έδωσε κανονικά το παρόν και στα playoff, όπου η παρουσία του βοήθησε σημαντικά τον Ολυμπιακό στην πορεία του μέχρι και τους τελικούς.
Το 2010 υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με την Μακάμπι Τελ Αβίβ, με την οποία έφτασε μέχρι τον τελικό της Ευρωλίγκα το 2011, όπου και έχασε από τον Παναθηναϊκό. Αυτή την χρονιά αναδείχτηκε και ο καλύτερος σέντερ της διοργάνωσης αφού βρέθηκε στην καλύτερη πεντάδα της διοργάνωσης. Με τους ισραηλινούς κατέκτησε δυο συνεχόμενα νταμπλ το 2011 και 2012.
Το καλοκαίρι του 2012 επέστρεψε στην Ελλάδα για χάρη του Παναθηναϊκού με τον οποίο κατέκτησε το νταμπλ. Το καλοκαίρι του 2013 ο Παναθηναϊκός δεν ανανέωσε το συμβόλαιό του λόγω της μικρής (σε λεπτά) προσφοράς του. Έτσι επέστρεψε στην παλιά του ομάδα, την Μακάμπι Τελ Αβίβ, με την οποία αναδείχτηκε πρωταθλητής Ευρώπης για πρώτη φορά, το 2014.
Το καλοκαίρι του 2015 υπέγραψε στον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου. Μετά το σύντομο πέρασμά του από την ομάδα του Βελιγραδίου επέστρεψε το Νοέμβρη του 2015 στο ελληνικό πρωτάθλημα με χρώματα του ΠΑΟΚ. Το Δεκέμβριο του 2016 μετά από έξι μήνες χωρίς ομάδα υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τον Απολλώνα Πάτρας. Λίγο καιρό μετά την υπογραφή του συμβολαίου του με τον Απόλλωνα, ο Σοφοκλής τραυματίστηκε και έτσι λύθηκε η συνεργασία του με την ομάδα της Πάτρας.
Την 1η Νοεμβρίου 2017 ανακοινώθηκε από τα Τρίκαλα. Στις 6 Ιανουαρίου 2018, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την φανέλα των Τρικάλων απέναντι στο Ρέθυμνο και μάλιστα ήταν το πρώτο του παιχνίδι μετά από 623 μέρες. Σε αυτό το παιχνίδι είχε 6 πόντους και 1 ριμπάουντ σε 9:20 λεπτά συμμετοχής.
Πλέον αγωνίζεται στην Α1 με τα χρώματα του Ιωνικού Νίκαιας.
Θόδωρος Ζάρας
Ο Ζάρας ξεκίνησε την καριέρα του από τον Ε.Ο. Σταυρούπολης το 2001, πριν γίνει επαγγελματίας με την ομάδα του ICBS, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών. Με το ICBS αγωνίστηκε για τρεις χρονιές στην Α2 εθνική κατηγορία, πριν μεταγραφεί στην ομάδα της ΑΕ Λάρισας, με την οποία αγωνίστηκε για πρώτη φορά στην Α1, πετυχαίνοντας 133 πόντους σε 22 αγώνες.
Το 2009-10, μεταγράφηκε στον Κολοσσό Ρόδου, με τον οποίο κατέλαβε την έκτη θέση στο πρωτάθλημα της Α1, πετυχαίνοντας 109 πόντους σε 23 ματς. Την επόμενη σεζόν αγωνίστηκε με την ομάδα της Καβάλας, η οποία κατέλαβε την έκτη θέση του ελληνικού πρωταθλήματος.
Το καλοκαίρι του 2011, μεταγράφηκε στην ομάδα του ΚΑΟΔ, στον οποίο παρέμεινε για τέσσερα χρόνια, με κορυφαία σεζόν το 2013-14, όταν κατέλαβε την έκτη θέση. Στην τελευταία του χρονιά με τον ΚΑΟΔ, πέτυχε 331 πόντους σε 25 αγώνες και αναδείχθηκε πέμπτος σκόρερ του πρωταθλήματος.
Στις 2 Ιουλίου 2015, ανακοινώθηκε η μεταγραφή του Ζάρα στην ομάδα του Άρη με συμβόλαιο δύο ετών. Με τον Άρη είχε μέτρησε 6.2 πόντους, 1.5 ριμπάουντ και 0.8 ασίστ σε 34 αγώνες πρωταθλήματος τη σεζόν 2015-16, ενώ την χρονιά που μας πέρασε είχε 7.7 πόντους, 0.8 ριμπάουντ και 1.7 ασίστ σε 33 παιχνίδια. Παράλληλα, αγωνίστηκε σε 17 παιχνίδια του Basketball Champions League, στα οποία είχε 8.4 πόντους, 0.9 ριμπάουντ και 0.4 ασίστ.
Στις 27 Ιουνίου ανακοινώθηκε η απόκτηση του από τον ΠΑΟΚ, για δυο χρόνια.
Από το καλοκαίρι του 2019 ανήκει στον Ηρακλή.
Γιάννης Αθηναίου
Ο Αθηναίου, προτού ξεκινήσει την επαγγελματική του καριέρα, ήταν μέλος των νεανικών τμημάτων του Ποσειδώνα Νέου Ψυχικού. Υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τον Ηλυσιακό στον οποίο παρέμεινε για μία τετραετία και με τα χρώματα του οποίου αγωνίστηκε στην Α2 Εθνική. Το 2009 έλαβε μεταγραφή στον Πανιώνιο Σμύρνης παραμένοντας στην ομάδα μέχρι το καλοκαίρι του 2013. Ενδιάμεσα δόθηκε την περίοδο 2011-12 δανεικός στον Κ.Α.Ο. Δράμας. Με τον Πανιώνιο συμμετείχε επίσης σε 6 αγώνες για το θεσμό του EuroCup την περίοδο 2012-13, ενώ στο Πρωτάθλημα της Α1 Εθνικής τερμάτισε στην 3η θέση της τελικής βαθμολογίας. Μετά από προσέγγιση του προπονητή Βαγγέλη Αγγέλου, ο Αθηναίου μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 2013 προκειμένου να αγωνιστεί στον Άρη. Το πρώτο μισό του 2014 αγωνίστηκε με τα χρώματα της ιταλικής Ολύμπια Μιλάνο. Το 2014 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την τουρκική Εσκισεχίρ (πρώην Ολίν Εντίρνε) όπου παρέμεινε για λίγους μήνες προτού επιστρέψει στην Α1 Εθνική με τα χρώματα της ΑΕΚ. Στις 10 Ιουλίου 2015 ανακοινώθηκε η συνεργασία του με τον Ολυμπιακό. Μετά από δυο χρόνια παρουσίας στον Ολυμπιακό συμφώνησε με την ομάδα του Άρη.Στις 29 Ιουλίου 2018 ανακοινώθηκε από τον ΠΑΟΚ. Στον ΠΑΟΚ έμεινε μέχρι και τον Γενάρη του 2019, όταν και συμφώνησε με την γαλλική Προβάνς.
Το καλοκαίρι του ίδιου έτους υπέγραψε στον Παναθηναϊκό.
ΗΠΑ Μάικ Τζόουνς
Με ύψος 2,04 μ. αγωνιζόταν στη θέση του πάουερ φόργουορντ. Ωστόσο εκτός από ικανός ριμπάουντερ είχε αξιόλογες ικανότητες στο χειρισμό της μπάλας και αξιόπιστο σουτ. Αποφοίτησε από το Auburn University της Αλαμπάμα έχοντας αγωνιστεί με επιτυχία στην ομάδα μπάσκετ του. Το 1988 επιλέχθηκε από τους Milwaukee Bucks στον 3ο γύρο του ντραφτ του NBA στην 63η θέση.
Επέλεξε να αγωνιστεί στον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1988 και υπήρξε ο πρώτος ξένος αθλητής που αγωνίστηκε στην ομάδα καθώς εκείνη ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία επιτράπηκε η συμμετοχή ξένου αθλητή στο ελληνικό πρωτάθλημα. Σε αντίθεση με τις περισσότερες ομάδες που επέλεξαν βετεράνους ξένους αθλητές του NBA αναγνωρισμένης αξίας (Ντάνι Βρέινς, Έντγκαρ Τζόουνς, Μαρκ Λαντσμπέργκερ, Κάρεϊ Σκάρι) o ΠΑΟΚ διέκρινε το ταλέντο του εικοσιενός ετών Μάικ Τζόουνς και τον απέκτησε δαπανώντας 180.000 δολάρια. Οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ υπήρξαν πολύ ικανοποιημένοι από τις εμφανίσεις του και σύντομα του απέδωσαν το προσωνύμιο «μωρό του ελαφιού».
Την περίοδο 1988-89 βοήθησε τον ΠΑΟΚ να προκριθεί στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου Κόρατς με αντίπαλο τη Βιλερμπάν. Στις αναμετρήσεις με την ισχυρή ομάδα του Ερυθρού Αστέρα σημείωσε 37 και 30 πόντους. Μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του στην Ελλάδα έγινε κατά την αναμέτρηση με τον Άρη κατά την οποία ο ΠΑΟΚ επικράτησε με σκορ 81-78 επί του Άρη διακόπτοντας μια σειρά από 80 συνεχόμενες νίκες του Άρη ο οποίος είχε 3,5 χρόνια να ηττηθεί στο ελληνικό πρωτάθλημα από το 1985. Ο Τζόουνς σημείωσε 30 πόντους σε εκείνο τον αγώνα κατακτώντας και 14 ριμπάουντ. Με τη συνεισφορά του ο ΠΑΟΚ σημείωσε πάνω από 100 πόντους μέσο όρο στη σεζόν ενώ ο ίδιος σημείωνε πάνω από 30 πόντους μ.ο. τερματίζοντας στην τρίτη θέση των σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος. Ο ΠΑΟΚ δεν κατάφερε να κατακτήσει κάποιο τίτλο όμως με την παρουσία του ανέβασε το επίπεδο του και μπορούσε πλέον να αντιμετωπίσει τον πρωταθλητή Άρη ισάξια. Στο τέλος της χρονιάς ενώ υπήρξε πρόθεση από τον ΠΑΟΚ για ανανέωση του συμβολαίου του δεν υπήρξε οικονομική συμφωνία και αποχώρησε.
Επόμενη ομάδα του υπήρξε ο Άρης λόγω των εξαιρετικών εμφανίσεων που είχε απέναντί του. Οι εμφανίσεις με του με τον Άρη ήταν εξίσου επιτυχημένες παρά το ότι αγωνιζόταν ως δεύτερος ξένος αθλητής στους ευρωπαϊκούς αγώνες και δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής στο πρωτάθλημα. Αγωνίστηκε στο φάιναλ φορ του 1990 στη Σαραγόσα και ήταν ο δεύτερος σκόρερ του Άρη μετά το Νίκο Γκάλη. Σημείωσε 21 πόντους στον ημιτελικό απέναντι στη Μπαρτσελόνα και 29 πόντους στο μικρό τελικό απέναντι στη Λιμόζ. Στις 24 Απριλίου 1990 πριν ολοκληρωθεί η σεζόν η Δίωξη Ναρκωτικών μετά από έφοδο στο σπίτι του εντόπισε ναρκωτικές ουσίες με συνέπεια να αποχωρήσει από τον Άρη και την Ελλάδα.
Στη συνέχεια μεταγράφηκε στην Ορτέζ με την οποία κατέκτησε το Πρωτάθλημα Γαλλίας το 1992 και το Κύπελλο Γαλλίας το 1991 και το 1992. Αγωνίστηκε επίσης στις ομάδες Σολέ, Μούρθια, Χαποέλ Χολόν, Πενιαρόλ Μαλ ντελ Πλάτα, Ομάχα Ρέισερς, Απόλλων Λεμεσού, Welcome Montevideo, Αστέρας Λεμεσού και Διγενής Ακρίτας Μόρφου.
Στις 27 Νοεμβρίου 2012 προσκλήθηκε στην Ελλάδα για να αγωνιστεί σε φιλανθρωπικό αγώνα μαζί με άλλους βετεράνους αθλητές του ελληνικού πρωταθλήματος. Παρά το ενδιαφέρον και την πρόθεση του αθλητή να αγωνιστεί δεν του επιτράπηκε η είσοδος στη χώρα λόγω της υπόθεσης με τα ναρκωτικά του 1990.
ΗΠΑ Γουόλτερ Μπέρι
Το 1989 μετακόμισε στην Ευρώπη για να αγωνιστεί στη Νάπολι για ένα χρόνο. Ποτέ στην επαγγελματική καριέρα του δε συμπλήρωσε 2 χρονιές αγωνιζόμενος στην ίδια ομάδα και έτσι στη συνέχεια αγωνίστηκε στην Ισπανία στην Ατλέτικο Μαδρίτης.
Για τη σεζόν 1991-1992 ήρθε στην Ελλάδα για να αγωνιστεί με τον Άρη όμως μετά από 10 αγώνες ο Άρης αποδεικνύεται οικονομικά αναξιόπιστος και ο Μπέρι επιστρέφει στην Ιταλία για να αγωνιστεί και πάλι στη Νάπολι.
Την περίοδο 1992-1993 αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό με τον οποίο κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδος το οποίο είχε να κερδίσει ο Ολυμπιακός από το 1978. Στην Ευρώπη διακρίθηκε και εκεί βοηθώντας τον Ολυμπιακό να φτάσει μια ανάσα από το πρώτο φάιναλ φορ της ιστορίας του απέναντι στη μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης Λιμόζ από την οποία αποκλείστηκε.
Για τη σεζόν 1993-1994 αγωνίστηκε στον ΠΑΟΚ κατακτώντας το Κύπελλο Κόρατς μέσα στην Τεργέστη με αντίπαλο τη Στεφανέλ ενώ έχασε οριακά το πρωτάθλημα στον τελευταίο αγώνα.
Η χρονιά 1994-1995 τον βρήκε στον Ηρακλή όπου ξεπέρασε τον εαυτό του και κάνοντας εντυπωσιακές εμφανίσεις φέρνει την ομάδα στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος και στους 4 του Ευρωπαικού Κυπέλλου. Ο ίδιος αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα με 29.1 πόντους μέσο όρο.
Την επόμενη χρονιά 1995-1996 ο Ολυμπιακός τον επανένταξε στην ομάδα του και κατέκτησε και πάλι το πρωτάθλημα.
Την σεζόν 1996-1997 φόρεσε τη φανέλα του Άρη και την επόμενη σεζόν της Καντού.
Επέστρεψε στην Ελλάδα και τον ΠΑΟΚ για τη χρονιά 1998-1999 με τον οποίο κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας και ανακηρύχτηκε MVP της διοργάνωσης, καθώς πρώτευσε στους πόντους, στα ριμπάουντ, στα κλεψίματα και στα κοψίματα. Στο πρωτάθλημα, ο ΠΑΟΚ κέρδισε τη συμμετοχή του στην Ευρωλίγκα.
Ο Γουόλτερ Μπέρι είναι ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές στην άνοδο που είχε το ελληνικό μπάσκετ τα χρόνια που αγωνιζόταν και ένας από τους πιο μεγάλους καλαθοσφαιριστές για κάθε Ελληνική αλλά και Ευρωπαϊκή ομάδα που αγωνίστηκε.
Αγωνιζόταν στη θέση του πάουερ φόργουορντ και η αγαπημένη του κίνηση ήταν το αριστερό χάι χουκ σουτ που από πολλούς χαρακτηριζόταν ανορθόδοξη αλλά αποτελεσματική μέθοδος σκοραρίσματος.
ΗΠΑ Τσαρλς Σάκλεφορντ
Γεννήθηκε στο Κίνστον της Βόρειας Καρολίνας. Επιλέχθηκε στο ντραφτ του NBA το 1988 από τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς. Την περίοδο 1989-90 σημείωσε κατά μέσο όρο 8,2 πόντους και κέρδισε 6,8 ριμπάουντ. Στη συνέχεια αγωνίστηκε την περίοδο 1990–1991 στη Καζέρτα. Ήταν από τους κορυφαίους αθλητές του ιταλικού πρωταθλήματος και κορυφαίος στα ριμπάουντ με 15,8 κατά μέσο όρο. Σημείωσε 19,7 πόντους μ.ο. και οδήγησε την Καζέρτα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος για πρώτη φορά στην ιστορία της. Από το 1991 ως το 1993 αγωνίστηκε στους Φιλαδέλφεια 76ερς,την περίοδο 1993–1994 επέστρεψε στην Καζέρτα, το 1994 στους Μινεσότα Τίμπεργουλβς και το 1995–1996 στην Ούλκερσπορ.
Την περίοδο 1996–1997, ήταν ένας από τους κορυφαίους αθλητές του Άρη Θεσσαλονίκης, οδηγώντας τον σύλλογο στην κατάκτηση του κυπέλλου Κόρατς. Στον εκτός έδρας αγώνα με τη Μπεσίκτας στην Τουρκία σημείωσε 30 πόντους και 14 ριμπάουντ σε μια από τις κορυφαίες εμφανίσεις του. Εξ' ίσου σημαντική υπήρξε η εμφάνισή του με 21 πόντους στον δεύτερο ημιτελικό του θεσμού, ο οποίος κρίθηκε στην παράταση απέναντι στην Μπενετόν στο Τρεβίζο.Ουσιαστικός υπήρξε και στον τελικό, βοηθώντας κυρίως στον αμυντικό τομέα με δέκα αμυντικά ριμπάουντ στην εκτός έδρας νίκη με την Τόφας Προύσας με 70-88. Αγωνίστηκε στον αγώνα του τελικού τραυματίας με μοναδικό στόχο να κατακτήσει Κύπελλο Κόρατς.
Την περίοδο 1997–1998 αγωνίστηκε στον ΠΑΟΚ, με τον οποίο διακρίθηκε και αγωνίστηκε στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος. Στον ημιτελικό του ελληνικού πρωταθλήματος ο ΠΑΟΚ επικράτησε επί του Ολυμπιακού, ο οποίος διατηρούσε επί πέντε χρόνια τον τίτλο του πρωταθλητή. Ο Σακλεφορντ ισοφάρισε τον αγώνα ο οποίος κρίθηκε στο τελευταίο δευτερόλεπτο. Από τους κορυφαίους ήταν και στους τελικούς, οι οποίοι κρίθηκαν στον πέμπτο αγώνα με νικητή τον Παναθηναϊκό.
Στη συνέχεια αγωνίστηκε το 1998–1999 στους Άινταχο Σταμπίντ και έκλεισε την καριέρα του αγωνιζόμενος στο NBA και τους Σάρλοτ Χόρνετς.
Πέθανε στις 27 Ιανουαρίου του 2017 από άγνωστα αίτια.
ΗΠΑ Φράνκι Κινγκ
Ο Κινγκ ξεκίνησε να αγωνίζεται στο λύκειο Άπλινγκ Κάουντι του Μπάξλεϊ, την γενέτειρα του στην Τζόρτζια.[1] Φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Μπρούνσγουικ από το 1991 ως το 1993 και συνέχισε για δύο ακόμη χρόνια στο πανεπιστήμιο της δυτικής Καρολίνας, όπου σε 56 αγώνες είχε μέσους όρους 26,7 πόντων, 7,4 ριμπάουντ, και 2,7 ασίστ.
Επιλέχθηκε στην 37η θέση του ντραφτ του 1995 από τους Λος Άντζελες Λέικερς και μετά από επτά παιχνίδια στο USBL με τους Μέμφις Φάιρ, συμμετείχε στους Λέικερς για το υπόλοιπο της σεζόν 1995-96, όπου έπαιξε σε έξι αγώνες με μέσο όρο 1,2 πόντων. Την επόμενη χρονιά, φόρεσε την φανέλα της ισπανικής Γρανάδα, πριν υπογράψει και πάλι στο ΝΒΑ, αυτή την φορά με της ομάδα των Φιλαδέλφεια 76ερς, όπου σε επτά ματς είχε 2,9 πόντους και 2,0 ριμπάουντ.
Την σεζόν 1997-98, αγωνίστηκε στο ελληνικό πρωτάθλημα με την ομάδα του Πανιωνίου, καταλαμβάνοντας την πέμπτη θέση. Την επόμενη χρονιά, συμφώνησε με τον ΠΑΟΚ, με τον οποίο κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος, κερδίζοντας στον τελικό την ΑΕΚ με 71-54, όπου ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας του με 21 πόντους.
Το 1999-00, κατέκτησε το πρωτάθλημα Γερμανίας με την Άλμπα Βερολίνου, χάνοντας το νταμπλ στον τελικό του κυπέλλου από τους Σκάιλαϊνερς Φρανκφούρτης. Την επόμενη σεζόν, φόρεσε την φανέλα της γαλλικής Ρασίνγκ Παρί, καταλαμβάνοντας την όγδοη θέση στο πρωτάθλημα Γαλλίας.
Το 2001-02, επέστρεψε στην Ελλάδα με την ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης, τερματίζοντας έκτος σκόρερ, πέμπτος στις ασίστ και δεύτερος στα κλεψίματα στο ελληνικό πρωτάθλημα. Μετά από μία ακόμη χρονιά στην Γαλλία με την Γκραβελίν, γύρισε στην πατρίδα του παίζοντας με τους Γκάρι Στίλχεντς για το CBA.
Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από την Τουρκία και την Βενεζουέλα, αγωνίστηκε στην ΑΕΛ Λεμεσού από το 2004 ως το 2006, κατακτώντας δύο φορές το πρωτάθλημα Κύπρου. Ολοκλήρωσε την καριέρα του στην ομάδα του ΑΠΟΕΛ, με την φανέλα του οποίου αγωνίστηκε την σεζόν 2006-07.
ΗΠΑ Τόρεϊ Μπραγκς
Ο Μπραγκς αγωνίστηκε από το 1994 ως το 1996 στην ομάδα του κολεγίου του Σαν Χοσέ, ενώ την επόμενη διετία συνέχισε στο κολέγιο Εξέβιερ από το Σινσινάτι.
Το 1998, υπέγραψε στην Μπαλοντσέστο Καντάμπρια από την Ισπανία, για να συνεχίσει στην Γκραν Κανάρια. Μετά από ένα πέρασμα από το CBA, συμφώνησε με την Μανρέσα, στην οποία έπαιξε για μόλις τέσσερις αγώνες με μέσο όρο 19,0 πόντων.
Αφού επέστρεψε στην Αμερική αγωνιζόμενος στην Γκαϊτέρος ντε Ζούλια από την Βενεζουέλα, μεταγράφηκε στον Άρη Θεσσαλονίκης, με τον οποίο έπαιξε σε είκοσι παιχνίδια σκοράροντας 362 πόντους και μαζεύοντας 186 ριμπάουντ. Την επόμενη σεζόν φόρεσε την φανέλα του ΠΑΟΚ, παίζοντας σε πέντε αγώνες με 17,1 πόντους ανά αγώνα.
Ακολούθησε το πέρασμα του από την Χαποέλ Ιερουσαλήμ, πριν συνεχίσει στο Πουέρτο Ρίκο και υπογράψει αργότερα στους Χιούστον Ρόκετς. Συνέχισε και πάλι στο ΝΒΑ με τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, ενώ την επόμενη χρονιά φόρεσε την φανέλα της ρωσικής Σπαρτάκ Αγίας Πετρούπολης, πριν παίξει επτά ακόμη αγώνες με τους Χιούστον Ρόκετς.
Στην συνέχεια πέρασε από την Σπαρτάκ Πριμόριε και την ΑΣΚ Ρίγα,όπως και την Ιρόνι Ραμάτ Γκαν από το Ισραήλ. Στα τελευταία πέντε χρόνια της καριέρας του, αγωνίστηκε στην Λατινική Αμερική και σε ομάδες από την Ουρουγουάη, την Κολομβία, τον Άγιο Δομίνικο, την Βενεζουέλα, την Αργεντινή, το Μεξικό, την Χιλή, ενώ πέρασε και από το Ιράν και την Ιορδανία.
ΗΠΑ Ντάριους Ουάσινγκτον
Ο Ουάσινγκτον φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Μέμφις και κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου νέου παίκτη για την περιφέρεια του, έχοντας μέσο όρο 15,4 πόντων στην πρώτη του χρονιά και 13,4 στην δεύτερη.
Μετά το δεύτερο του έτος, αποφάσισε να ξεκινήσει την επαγγελματική του καριέρα, υπογράφοντας στην ομάδα του ΠΑΟΚ και ολοκληρώνοντας την χρονιά στην Τσεχία και τη Νίμπουργκ. Συνέχισε στην NBA D-League με τους Όστιν Τόρος και έπαιξε σε 18 παιχνίδια του ΝΒΑ με τους Σαν Αντόνιο Σπερς, έχοντας μέσο όρο 2,9 πόντων.
Την σεζόν 2007-08, φόρεσε την φανέλα του Άρη Θεσσαλονίκης, όπου σε 14 αγώνες κανονικής περιόδου είχε μέσο όρο 9,0 πόντων και σε 3 ματς των πλέι-οφ άλλους 15,0 πόντους ανά αγώνα.
Την επόμενη χρονιά, μεταγράφηκε στην ρωσική Ουράλ Γκρέιτ, το 2009-10 στην Γαλατάσαραϊ και το 2010-11 υπέγραψε στην ιταλική Ρόμα, ολοκληρώνοντας την σεζόν στην Πιράτας ντε Κεμπραντίγιας από το Πουέρτο Ρίκο.
Το καλοκαίρι του 2011, συμφώνησε με την τουρκική Τουρκ Τέλεκομ, κλείνοντας την χρονιά και πάλι στην Πιράτας ντε Κεμπραντίγιας. Τον Ιανουάριο του 2013, φόρεσε την φανέλα της Χαποέλ Ελιάτ από το Ισραήλ και έναν μήνα αργότερα υπέγραψε στην γαλλική Λε Μαν Σαρτ Μπασκέτ.
Τις δύο επόμενες σεζόν, αγωνίστηκε στην Εσκισεχίρ από την Τουρκία και επέστρεψε στη Νίμπουργκ μετά από επτά χρόνια, την σεζόν 2017-18 βρέθηκε στον Ηρακλή, μπαίνοντας και αυτός στην ιστορία με τους παίκτες που έχουν παίξει και στις τρεις ομάδες της Θεσσαλονίκης.
ΗΠΑ Λάκι Τζόουνς
ο Λάκι Τζόουνς είναι ο πρώτος ξένος μετά τον Τόρεϊ Μπράγκς και τον αείμνηστο, Τσαρλς Σάκλεφορντ, ο οποίος αλλάζει απευθείας «στρατόπεδο» στη Θεσσαλονίκη.
Κροατία Ιβάν Γκργκατ
Γκργκατ ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα σε ηλικία δεκαέξι ετών στην ομάδα της Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ, όπου παρέμεινε για δέκα χρόνια, με εξαίρεση τις σεζόν 1992-93 και 1995-96, όταν και είχε δοθεί ως δανεικός στη Ντουμπράβα. Με την Τσιμπόνα κατέκτησε έξι πρωταθλήματα και δύο κύπελλα Κροατίας, πριν υπογράψει στην Ζάλγκιρις Κάουνας, το 1999.
Επίσης, υπήρξε μέλος της εθνικής ομάδας της Κροατίας από το 1997 ως το 1999, παίζοντας στο Ευρωμπάσκετ του 1997, ενώ αγωνίστηκε και σε τέσσερις αγώνες για την προκριματική φάση του Ευρωμπάσκετ του 1999, με 6,3 πόντους και 4,5 ριμπάουντ κατά μέσο όρο.
Ολοκλήρωσε την σεζόν 1999-00 στην πολωνική Άνιβλ Βλότσλαβεκ και την επόμενη σεζόν φόρεσε την φανέλα της Λε Μαν από την Γαλλία, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στο πρωτάθλημα.
Το 2001-02, επέστρεψε στην πατρίδα του υπογράφοντας στην ΚΚ Ζάνταρ, με την οποία κατέκτησε την δεύτερη θέση του κροατικού πρωταθλήματος και ηττήθηκε στον τελικό του κυπέλλου από την Τσιμπόνα με 88-84.
Την επόμενη χρονιά, συμφώνησε με την ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης, με τον οποίο έπαιξε σε 26 αγώνες πρωταθλήματος με μέσους όρους 10,8 πόντων και 5,9 ριμπάουντ. Με την ομάδα της Θεσσαλονίκης κατέκτησε το FIBA Champions Cup, κερδίζοντας στον τελικό την πολωνική Προκόμ Τρεφλ με 84-83, ενώ ηττήθηκε στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας από τον Παναθηναϊκό με 81-76.
Το 2003-04, φόρεσε την φανέλα του Αμαρουσίου, με το οποίο κατέλαβε την δεύτερη θέση του ελληνικού πρωταθλήματος, με τον Γκργκατ να έχει μέσους όρους 9,1 πόντων και 3,4 ριμπάουντ. Ακολούθησε η μεταγραφή του στην ομάδα του ΠΑΟΚ, με τον οποίο αγωνίστηκε σε μόλις οκτώ παιχνίδια πρωταθλήματος και έναν ευρωπαϊκό αγώνα.
Την σεζόν 2005-06, υπέγραψε στην Ουνικάχα Μάλαγα, παίζοντας μόνο σε δύο παιχνίδια πριν επιστρέψει στην Ελλάδα φορώντας τα χρώματα του Απόλλωνα Πατρών, με τον οποίο είχε 4,9 πόντους και 3,1 ριμπάουντ σε 21 αγώνες.
Την επόμενη χρονιά, μεταγράφηκε στην Ουγγαρία και την Κέρμεντ Κοζαρλάμπντα Τσάπατ, πριν συνεχίσει στην γαλλική Μπουρζ.Ακολούθησε η Μακσιμίρ Ζάγκρεμπ, οι Κάπφενμπεργκ Μπουλς από την Αυστρία,ο Αχιλλέας Καϊμακλίου και η Σιρόκι, πριν επιστρέψει οριστικά στην πατρίδα του για την ομάδα της ΚΚ Κριτσέφτσι. Συνέχισε στην Ζιμπενίκ, πριν επιστρέψει στην Ντουμπράβα μετά από δεκαοκτώ χρόνια. Έκλεισε την καριέρα του στην ομάδα της Χέρμες Ζάγκρεμπ, σε ηλικία 41 ετών.
Μαυροβούνιο Μπλάγκοτα Σέκουλιτς
Ο Σέκουλιτς ξεκίνησε την καριέρα του σε ηλικία δεκαέξι ετών από την ομάδα της Μπουντούτσνοστ, με την οποία κατέκτησε τρία πρωταθλήματα και ένα κύπελλο Σερβίας και Μαυροβουνίου. Το καλοκαίρι του 2002, μεταγράφηκε στην Παρτιζάν Βελιγραδίου, με την οποία κατέκτησε την σερβική λίγκα, πριν συνεχίσει την καριέρα του στην ΑΕΚ. Με τον "δικέφαλο" αγωνίστηκε σε είκοσι παιχνίδια του ελληνικού πρωταθλήματος, με μέσους όρους 6,2 πόντων και 4,2 ριμπάουντ.
Το 2004-05, συμφώνησε με την ομάδα του Αμαρουσίου, με το οποίο κατέκτησε την τέταρτη θέση του πρωταθλήματος, με 10,5 πόντους και 5,7 ριμπάουντ ανά αγώνα. Παρέμεινε στην αθηναϊκή ομάδα για άλλη μία χρονιά, τερματίζοντας και πάλι στην τέταρτη θέση, πριν συνεχίσει στον ΠΑΟΚ, με 11,9 πόντους και 7,6 ριμπάουντ σε 14 αγώνες. Ολοκλήρωσε την σεζόν 2006-07 στην Ρεάλ Μαδρίτης, όπου παρέμεινε και την επόμενη χρονιά, κατακτώντας ένα πρωτάθλημα Ισπανίας και το ULEB Cup του 2007.
Την σεζόν 2008-09, φόρεσε την φανέλα του Άρη, πετυχαίνοντας 142 πόντους και μαζεύοντας 121 ριμπάουντ σε 19 αγώνες. Την επόμενη χρονιά, συμφώνησε με την Άλμπα Βερολίνου, ενώ το 2010-11 αγωνίστηκε με την Βανόλι Κρεμόνα.
Το 2011-12, φόρεσε την φανέλα της Μούρθια, με μέσους όρους 8,2 πόντων και 5,8 ριμπάουντ σε 33 αγώνες. Την επόμενη σεζόν, μεταγράφηκε στην Γκραν Κανάρια, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια, αν και ολοκλήρωσε την σεζόν 2013-14 στην Φενέρμπαχτσε. Επέστρεψε στην Γκραν Κανάρια το καλοκαίρι του 2014, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.
Το καλοκαίρι του 2016, υπέγραψε στην Φουενλαμπράδα.
Οι προπονητές
Ηράκλειος Κλάγκας
Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου
Έγινε γνωστός ως βοηθός του Κώστα Πολίτη στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ 87 και στη συνέχεια στην επιτυχημένη αντικατάστασή του στην τεχνική ηγεσία της Εθνικής Ελλάδος την οποία καθοδήγησε σε 123 αγώνες.
Ανέλαβε την Εθνική το Σεπέμβριο του 1987 και την οδήγησε στην κατάκτηση του ασημένιου μεταλλίου στο Ευρωμπάσκετ του 1989.
Οδήγησε την Εθνική Ελλάδος στη 6η θέση στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα το 1990 για πρώτη φορά στην ιστορία της και συνέβαλε στο να καθιερωθεί η Ελλάδα στις μεγάλες δυνάμεις του Ευρωπαϊκού μπάσκετ κατακτώντας την 5η θέση στο Ευρωμπάσκετ του 1991 και την 4η στο Ευρωμπάσκετ του 1993.
Απομακρύνθηκε από την Εθνική άδοξα στις 30 Ιουλίου 1994 λίγο πριν το Μουντομπάσκετ του Τορόντο 1994 λόγω της προσπάθειάς του να υπάρξει πειθαρχία. Η ομάδα που είχε προετοιμάσει για τη συγκεκριμένη διοργάνωση διέπρεψε κατακτώντας την 4η θέση.
Το 1995 ανέλαβε τον Παναθηναϊκό και τον οδήγησε στο Φάιναλ Φορ της Σαραγόσα όπου κέρδισε την 3η θέση. Έχει αναλάβει στο παρελθόν προπονητής του ΠΑΟΚ του Άρη και του Ηρακλή.
Σούλης Μαρκόπουλος
Ο Σούλης Μαρκόπουλος αγωνίστηκε ως αθλητής στον Όλυμπο Σαράντα Εκκλησιών και στο Δημόκριτο, με τον οποίο έλαβε μέρος και στο Πρωτάθλημα της Α' Εθνικής Κατηγορίας.
Αμέσως μετά το τέλος της καριέρας του ξεκίνησε από το Δημόκριτο την προπονητική του καριέρα.Έχει εργαστεί σε όλες τις μεγάλες ομάδες της Θεσσαλονίκης: τον ΠΑΟΚ, τον Άρη, τον Ηρακλή και το Μακεδονικό.
Την περίοδο 1993-94 υπέγραψε συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ, αρχικά ως βοηθός προπονητή και, όταν αποχώρησε ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, ως πρώτος προπονητής. Βρισκόταν στον πάγκο της ομάδας κατά την κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς το Μάρτιο του 1994. Την ίδια χρονιά οδήγησε το σύλλογο μέχρι τον τελικό των play-off της Α1.
Το 2008 ψηφίστηκε ως ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής της χρονιάς, ενώ την επόμενη περίοδο, 2008-09, οδήγησε το Μαρούσι στην 3η θέση του Πρωταθλήματος. Το 2009 επέστρεψε για τρίτη θητεία στον ΠΑΟΚ όπου και εργάστηκε μέχρι τον Μάιο 2017. Στις 5 Δεκεμβρίου 2010 σε ένα παιχνίδι με τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ, ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε με 89-82 όμως ο Σούλης Μαρκόπουλος έγραψε ιστορία, κοουτσάροντας για 489η φορά στην κατηγορία. Με εκείνη προσπέρασε τον Γιάννη Ιωαννίδη και έγινε ο προπονητής με τα περισσότερα παιχνίδια από καταβολής Α' Εθνικής.
Το 2019, μετά από δυο χρόνια απουσίας επέστρεψε τους πάγκους για λογαριασμό του Άρη, όμως η παρουσία του στον πάγκο των κίτρινων δεν κράτησε πολύ, στην θέση του συνεχίζει ο Σάββας Καμπερίδης.
Γιος του Σούλη Μαρκόπουλου είναι ο Χάρης Μαρκόπουλος που επίσης ακολουθεί καριέρα προπονητή.
Βαγγέλης Αλεξανδρής
Είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες προπονητές και ο μοναδικός που έχει κατακτήσει 2 Ευρωπαικά τρόπαια.
Ο πρώτος Ευρωπαϊκός του τίτλος ήρθε το 2001 όταν ήταν προπονητής του Αμαρουσίου και κατέκτησε το Κύπελλο Σαπόρτα. Το 2003 στέφτηκε Κυπελλούχος Ευρώπης καθοδηγώντας την ομάδα του Άρη.
Στον ΠΑΟΚ είχε τρεις θητείες ως προπονητής τις σεζόν 1995-1996,2001-02,και 2007, από την άλλη στον Άρη έχει δύο θητείες από το 2002-04 και την περίοδο 2011-12.
Ντούσαν Ίβκοβιτς Σερβία
Το 1980 έρχεται στην Ελλάδα για να προπονήσει τον Άρη παίρνοντας τη θέση του Γιάννη Ιωαννίδη που είχε αναλάβει την εθνική Ελλάδας. Τα δύο χρόνια του στον Άρη δε στέφθηκαν από επιτυχίες, αν και κατάφερε να εδραιώσει την ομάδα στις 3 πρώτες θέσεις του πρωταθλήματος, έχοντας στο ρόστερ το μεγάλο Νίκο Γκάλη με τον οποίο όμως ήρθε σε σύγκρουση ουκ ολίγες φορές. Τελικά το 1982 εγκατέλειψε τον Άρη και στη θέση του επέστρεψε ο Γιάννης Ιωαννίδης, που οδήγησε την ομάδα σε 8 πρωταθλήματα τα επόμενα χρόνια.
Ο ίδιος σε συνέντευξη του το 2016 υποστήριξε ότι ποτέ του δεν είχε πρόβλημα με τον Νίκο Γκάλη, αλλά υπήρχε διοικητικό πρόβλημα στην ομάδα του Άρη και για κάποιους λόγους είχε αποφασιστεί από άλλους να μην πάει ο Άρης για πρωτάθλημα.
Η επιστροφή του στην Ελλάδα έρχεται το 1991, όταν ο ΠΑΟΚ έχοντας κατακτήσει ήδη το Κύπελλο Κυπελλούχων την προηγούμενη σεζόν υπό τις οδηγίες του Ντράγκαν Σάκοτα, ψάχνει να βρει τον προπονητή που θα τον οδηγήσει στο Πρωτάθλημα Ελλάδας, που ο ΠΑΟΚ είχε να κατακτήσει από το 1959. Την πρώτη χρονιά του στον πάγκο, ο ΠΑΟΚ καταφέρνει να πάρει το πρωτάθλημα με εμφατική νίκη (82-97) μέσα στο ΣΕΦ επί του Ολυμπιακού του Ιωαννίδη, και φτάνει πάλι στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, όπου όμως θα χάσει με 65-63 από τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η επόμενη χρονιά (1992-93) βρίσκει τον ΠΑΟΚ αρκετά αλλαγμένο, με τις προσθήκες του δις πρωταθλητή NBAer Κλιφ Λέβινγκστον και του Χρήστου Τσέκου, αλλά και την αποχώρηση των Νίκου Σταυρόπουλου και Πητ Παπαχρόνη. Η ομάδα φορμάρεται νωρίς και παίζοντας εξαιρετικό μπάσκετ καταφέρνει, με ρεκόρ 11-3 στον όμιλο της Ευρωλίγκα και "sweep" 2-0 επί της Ορτέζ στα προημιτελικά (μάλιστα με το υπερηχητικό 86-103 μέσα στη Γαλλία) να φτάσει για πρώτη φορά στο φάιναλ φορ της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης του μπάσκετ, που εκείνη τη χρονιά φιλοξενήθηκε στην Αθήνα. Μπροστά σε 10.000 οπαδούς του στον ημιτελικό με την Μπενετόν Τρεβίζο του Τόνι Κούκοτς, και ενώ ο ΠΑΟΚ προηγείται σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, τέσσερα απανωτά τρίποντα του Ιακοπίνι φέρνουν τους Ιταλούς μπροστά, και τελικά ο ΠΑΟΚ χάνει το παιχνίδι με 77-79, και μαζί την ευκαιρία να στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης σε ελληνικό έδαφος. Στο μικρό τελικό και χωρίς κόσμο, μιας και οι οπαδοί του ΠΑΟΚ είχαν αποχωρήσει για τη Θεσσαλονίκη μετά την ήττα στον ημιτελικό, ο ΠΑΟΚ κερδίζει με 76-70 τη Ρεάλ και καταλαμβάνει την 3η θέση. Στο πρωτάθλημα, ο ΠΑΟΚ είναι πρώτος στην κανονική διάρκεια με ρεκόρ 22-4 και μπαίνει με πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφ, αλλά τελικά χάνει από τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά.
Την επόμενη χρονιά (1993-94), το ρόστερ του ΠΑΟΚ αλλάζει και πάλι σημαντικά με την αποδέσμευση λόγω οικονομικών προβλημάτων των λατρεμένων από τους οπαδούς ξένων Μπάρλοου και Λέβινγκστον και την επεισοδιακή αποχώρηση του αρχηγού του Παναγιώτη Φασούλα ο οποίος συμφώνησε με τον Ολυμπιακό Πειραιά! Στην θέση τους έρχονται οι Γουόλτερ Μπέρι και Ζόραν Σάβιτς, καθως και ο φοργουορντ της ΑΕΚ Νάσος Γαλακτερός μετά από ένα πολύμηνο Καλοκαιρινό σήριαλ. Τον Ιανουάριο του 1994 όμως ο Ίβκοβιτς εγκαταλείπει την ομάδα λόγω προβλημάτων με τη διοίκηση του συλλόγου. Τη θέση του παίρνει ο μέχρι τότε βοηθός του, Σούλης Μαρκόπουλος, που θα οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς με δύο νίκες (75-66 στη Θεσσαλονίκη, 91-100 στην Ιταλία) επί της Στεφανέλ Τριέστε, και παραλίγο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος μέσα στο ΣΕΦ απέναντι στον Ολυμπιακό, όπου οι φιλοξενούμενοι διαμαρτύρονται για τον καταλογισμό παράβασης 5 δευτερολέπτων στον Σάβιτς στην τελευταία φάση του αγώνα.
Ντράγκαν Σάκοτα Σερβία
Ο Σάκοτα αγωνίστηκε στην ομάδα της ΙΜΤ Βελιγραδίου από το 1972 ως το 1983. Στον ίδιο σύλλογο ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα το 1983, παραμένοντας ως το 1988 και κατακτώντας το κύπελλο Γιουγκοσλαβίας του 1987, κερδίζοντας στον τελικό την Ολίμπια Λουμπλιάνας με 76-73.
Την σεζόν 1988-89, κάθισε στον πάγκο της Ζάνταρ και την επόμενη χρονιά σε αυτόν της Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ. Παράλληλα, υπήρξε βοηθός προπονητή στην εθνική Γιουγκοσλαβίας, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στο Βαλκανικό κύπελλο του 1989 και το Μουντομπάσκετ του 1990.
Το 1990-91, κατέκτησε με την ομάδα του ΠΑΟΚ το κύπελλο Κυπελλούχων στην Γενεύη, όπου κέρδισε την Σαραγόσα με 76-72.
Στο υπόλοιπο της δεκαετίας του '90, θήτευσε στις ομάδες του Απόλλωνα Πατρών, του Ηρακλή και του Περιστερίου, ενώ θήτευσε και πάλι ως βοηθός στην εθνική Γιουγκοσλαβίας το 1999.
Την σεζόν 2000-01, ανέλαβε χρέη πρώτου προπονητή στην ομάδα του Άρη, αλλά αντικαταστάθηκε από τον Στηβ Γιατζόγλου πριν το τέλος της χρονιάς. Το καλοκαίρι του 2001, μετακόμισε στην Αθήνα, όπου με την ομάδα της ΑΕΚ κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας του 2002. Το 2003-04, ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού και στην συνέχεια υπήρξε βοηθός του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς στην εθνική Σερβίας στους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004 και στο Ευρωμπάσκετ του 2005.
Το καλοκαίρι του 2005, υπέγραψε διετές συμβόλαιο με την ομάδα του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου, φθάνοντας ως την προημιτελική φάση του ULEB Cup του 2007, όπου αποκλείστηκε από την μετέπειτα τροπαιούχο Ρεάλ Μαδρίτης .Επίσης, κατέκτησε το κύπελλο Σερβίας του 2006 και παραιτήθηκε από τον πάγκο της ομάδας τον Μάρτιο του 2007, δίνοντας την θέση του στον Στέβαν Κάρατζιτς.
Το 2006, ανέλαβε χρέη προπονητή στην εθνική Σερβίας στην θέση του Ομπράντοβιτς, οδηγώντας την ομάδα στο παγκόσμιο πρωτάθλημα της Ιαπωνίας. Οι Σέρβοι απέτυχαν να μπουν στην πρώτη οκτάδα, με τον Σάκοτα να παραιτείται στα τέλη Μαΐου του 2007.
Τον Ιανουάριο του 2008, κάθισε στον πάγκο της Φορτιτούντο Μπολόνια, παραμένοντας ως τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ενώ από το 2010 ως το 2012 εργάστηκε στην Τουρκία, αρχικά στην Τράμπζονσπορ και στην συνέχεια στην Αντάλια Σπορ.
Το καλοκαίρι του 2014 επέστρεψε στην ομάδα της ΑΕΚ,[17] παραμένοντας στον πάγκο της ομάδας μέχρι τα μέσα της σεζόν 2015-16, όταν και ανέλαβε καθήκοντα γενικού διευθυντή του συλλόγου.Στις 8 Δεκεμβρίου 2017 ξαναγύρισε στον πάγκο της ΑΕΚ, ως προπονητής.
Τον Φεβρουάριο του 2018 κατακτά το Κύπελλο Ελλάδας με την ΑΕΚ κόντρα στον Ολυμπιακό (88-83) στο κλειστό του Ηρακλείου Κρήτης. Στις 6 Μαΐου 2018 κατακτά τον ευρωπαϊκό τίτλο του Μπάσκετμπολ Τσάμπιονς Λιγκ. Στις 19 Ιουνίου ανακοινώθηκε ότι αναλαμβάνει τη θέση του τεχνικού διευθυντή της ΑΕΚ, ενώ παραμένει επικεφαλής του αναπτυξιακού προγράμματος.
Σβι Σερφ Ισραήλ
Στα είκοσι του χρόνια ξεκίνησε να προπονεί τους νέους της Μακάμπι και έγινε πρώτος προπονητής το 1976. Το 1980-81, ο Σερφ ήταν βοηθός προπονητής και η ομάδα έκανε νταμπλ, ενώ κέρδισε και το κύπελλο πρωταθλητριών καταβάλλοντας την Σινούντινε Μπολόνια με 80-79.
Κατά την δεκαετία του '80, κάθισε στον πάγκο της Μπεϊτάρ Ιερουσαλήμ και της Μακάμπι Ελιτζούρ Νετάνια, όπως και της εθνικής ομάδας του Ισραήλ, αλλά γνώρισε μεγάλη επιτυχία όταν σε δύο χρονικές περιόδους με την Μακάμπι Τελ Αβίβ κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα και τέσσερα κύπελλα Ισραήλ. Το 1988-89, οδήγησε την ομάδα στον τελικό του κυπέλλου πρωταθλητριών, όπου ηττήθηκε από την Γιουγκοπλάστικα. Δύο χρόνια αργότερα, κατέκτησε άλλο ένα νταμπλ, όπως και την τρίτη θέση στο φάιναλ-φορ του κυπέλλου πρωταθλητριών.
Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από την Χαποέλ Ιερουσαλήμ, υπέγραψε στον Άρη Θεσσαλονίκης για την σεζόν 1992-93, κατακτώντας με τους "κίτρινους" το κύπελλο Κυπελλούχων, όπου κέρδισαν την Εφές Πίλσεν με 50-48. Ακολούθησε μία τετραετία ως πρώτος προπονητής της εθνικής Ισραήλ.
Μετά τον Άρη, υπήρξε προπονητής της Χαποέλ Τελ Αβίβ για δύο χρόνια και της γαλλικής Λιμόζ το 1995-96, πριν επιστρέψει στην Μακάμπι Τελ Αβίβ. Ακολούθησε η πορεία του με τον ΠΑΟΚ την σεζόν 1997-98, όπου ο "δικέφαλος του Βορρά" κατέκτησε την δεύτερη θέση στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά ο Σερφ αποχώρησε στα μέσα της επόμενης χρονιάς. Ολοκλήρωσε την σεζόν 1998-99, όντας και πάλι προπονητής του Άρη.
Στις αρχές της νέας χιλιετίας, πέρασε από τους πάγκους της Χαποέλ Ιερουσαλήμ, της πολωνικής Σλασκ Βρότσλαβ, του Μακεδονικού, της Χαποέλ Γκαλίλ Ελιόν και της Ντιναμό Μόσχας, πριν επιστρέψει στην εθνική ανδρών του Ισραήλ για τέσσερα χρόνια.
Το 2007-08, επέστρεψε για μία ακόμη φορά στην Μακάμπι Τελ Αβίβ, πριν συνεχίσει για δύο χρόνια στην Σπάρτακ Αγίας Πετρούπολης, με την οποία κατέκτησε το κύπελλο Ρωσίας. Τελευταίοι σταθμοί της καριέρας του είναι οι Μακάμπι Ρισόν και Μακάμπι Ασντόντ.
ΗΠΑ Χάρι Πάπας
Σλόμπονταν Σούμποτιτς Σλοβενία ή
Λευτέρης Σούμποτιτς
Επιτυχημένη υπήρξε και η προπονητική του καριέρα καθώς εκτός από τίτλους κατάφερε να καθοδηγήσει τις πιο μεγάλες ελληνικές ομάδες. Ηρακλής (1994-95), ΑΕΚ (1995-96), Άρης (1996-97), Παναθηναϊκός (1997-1999), Πανιώνιος (2000-2001), ΠΑΟΚ (2001), Ολυμπιακός (2002-2003) είναι οι ελληνικές ομάδες που υπήρξε προπονητής. Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε 2 πρωταθλήματα Ελλάδας (1998, 1999), με τον Ολυμπιακό 1 κύπελλο Ελλάδας (2002), ενώ με τον Άρη αναδείχθηκε Κυπελλούχος Κόρατς το 1997. Το 1995 οδήγησε τον Ηρακλή στην 3η θέση του ελληνικού πρωταθλήματος και στην τετράδα του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου. Υπήρξε επίσης προπονητής της Εθνικής Σλοβενίας.
Στις 14 Φεβρουαρίου 2011 ανακοινώθηκε από την Κ.Α.Ε. Άρης πως νέος της προπονητής θα είναι ο Σούμποτιτς μέχρι το τέλος της αγωνιστικής περιόδου, αντικαθιστώντας τον Σάρον Ντρούκερ
- Θόδωρος Ροδόπουλος
(παίκτης του Άρη, προπονητής του ΠΑΟΚ) - Φαίδων Ματθαίου
(παίκτης του Άρη, προπονητής του ΠΑΟΚ) - Στηβ Γιατζόγλου
(παίκτης του ΠΑΟΚ, προπονητής του Άρη)